Βρήκα ενδιαφέρουσα, κύριε Βαρουφάκη, την αναλογία την οποία κάνατε μεταξύ της στάσης του κυρίου Τσίπρα το 2015 και της δικής μου στάσης -όπως τουλάχιστον εσείς την ερμηνεύετε- πέντε χρόνια μετά. Βέβαια πρέπει να σας πω ότι υπήρξατε Υπουργός του κυρίου Τσίπρα, άρα κάτι περισσότερο πρέπει να γνωρίζετε για εκείνη την περίοδο. Δικός μου Υπουργός δεν είστε και δεν προβλέπω να γίνετε, άρα στερείστε της εσωτερικής πληροφόρησης για να κάνετε μία τέτοια σύγκριση.
Έρχομαι τώρα στα ζητήματα τα οποία άκουσα. Και θα ήθελα καταρχάς να ξεκινήσω από το τελευταίο σχόλιο το οποίο έκανε ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης όπου μας παρότρυνε να διαβάσουμε την τοποθέτησή του ως μία δημιουργική προσέγγιση, η οποία δεν υπονομεύει συνολικά την εθνική γραμμή. Πρέπει να σας πω, κύριε Τσίπρα, ότι σε πολλά από αυτά τα οποία είπατε συμφωνώ, διότι ουσιαστικά συμφωνήσατε ακριβώς με αυτά τα οποία κάνουμε.
Είπατε επί λέξει, και σε αυτό είστε συνεπής, διότι τα είχαμε συζητήσει και κατ’ ιδίαν, ότι συμφωνείτε με την μερική οριοθέτηση, η οποία προφανώς και δεν μας στερεί το δικαίωμα να προχωρήσουμε στη συνέχεια σε πλήρη οριοθέτηση. Είπατε ότι συμφωνείτε με το χρόνο, διότι αντιλαμβάνεστε κι εσείς το γεγονός ότι το τουρκολιβυκό μνημόνιο δημιούργησε άλλα δεδομένα τα οποία έκαναν πιο επείγουσα τη συμφωνία αυτή. Είπατε ότι συμφωνείτε με τη διαδικασία η οποία ακολουθήθηκε, είπατε ότι κάθε συμφωνία επιβάλλει και κάποιες παραχωρήσεις, συμβιβασμούς, έτσι ώστε και τα δύο μέρη να αισθάνονται ότι είναι μία συμφωνία η οποία είναι πραγματικά δίκαιη.
Αυτό, λοιπόν, ακριβώς κάναμε και αυτή είναι η Συμφωνία την οποία φέρνουμε προς κύρωση στο Ελληνικό Κοινοβούλιο. Εγείρεται λοιπόν το εύλογο ερώτημα, κύριε Τσίπρα, και κύριοι της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης: Εάν συμφωνείτε ως προς όλα τα επιμέρους, πώς δικαιολογείτε το «παρών» ως προς την επίσημη θέση του κόμματος, σε αυτή την κρίσιμη ψηφοφορία;
Μας κατηγορείτε ότι μιλάμε με δύο γλώσσες. Εσείς μιλάτε με δύο γλώσσες, διότι αυτή τη στιγμή υποκύπτετε στα δικά σας εσωτερικά διλήμματα και στις δικές σας εσωτερικές αντιφάσεις. Διότι η μισή Κοινοβουλευτική Ομάδα λέει ξεκάθαρα αυτό το οποίο έχουμε πει κι εμείς -και αυτό το οποίο λέτε και εσείς ουσιαστικά- ότι λαμβάνοντας υπόψιν τη μεγάλη εικόνα η συμφωνία αυτή είναι εθνικά ωφέλιμη.
Και είναι εθνικά ωφέλιμη όχι μόνο ως προς τη σχέση μας προς την Αίγυπτο, αλλά διότι αποδεικνύει έμπρακτα σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία ποιος στέκεται με την πλευρά του Δικαίου της Θάλασσας, του Διεθνούς Δικαίου. Ότι μπορούμε τελικά να λύνουμε τις διαφορές μας με αυτό τον τρόπο. Μήνυμα προς όλους τους αποδέκτες της περιοχής, προς όλες τις χώρες οι οποίες δεν έχουν προχωρήσει ακόμα σε τέτοιες οριοθετήσεις.
Και από την άλλη έχετε κάποιες φωνές, όπως του τέως Υπουργού Εξωτερικών, ο οποίος κατακεραυνώνει τη συμφωνία την οποία αυτός διαπραγματευόταν. Και γνωρίζετε πολύ καλά ότι το πλαίσιο της Συμφωνίας ήταν πάντα το ίδιο και δεν άλλαξε ποτέ. Το γνωρίζετε εσείς, το γνωρίζω εγώ, το γνωρίζει ο κύριος Κατρούγκαλος, το γνωρίζει ο κύριος Δένδιας.
Άρα, ας μιλήσουμε επιτέλους τη γλώσσα της αλήθειας την οποία τόσο επιζητείτε. Η συμφωνία αυτή είναι μία πολύ καλή συμφωνία για τη χώρα. Θα ήταν καλύτερο, κύριε Τσίπρα, η συμφωνία αυτή να είχε υπογραφεί από εσάς, για τον απλούστατο λόγο ότι αν είχε υπογραφεί από εσάς, τότε θα είχε προηγηθεί του τουρκολιβυκού μνημονίου και δεν θα το ακολουθούσε.
Εσείς, για λόγους που γνωρίζετε περισσότερο από εμένα, επιλέξατε να μην υπογράψετε τη Συμφωνία αυτή, αλλά τουλάχιστον κάντε σήμερα, στην Εθνική Αντιπροσωπεία, το βήμα υπέρβασης ώστε να έχετε εσωτερική συνέχεια σε αυτά τα οποία λέτε.
Άκουσα την κριτική και των υπόλοιπων κομμάτων. Διαφωνώ. Θα έρθω στη συνέχεια σε κάποια πράγματα, τα οποία είχαν ένα ενδιαφέρον, τα οποία είπε ο κύριος Βαρουφάκης. Αλλά εδώ υπάρχει ένα μεγάλο κενό εσωτερικής συνέχειας ως προς την τοποθέτηση του κόμματός σας και είστε Αξιωματική Αντιπολίτευση, είστε τέως Πρωθυπουργός. Διαχειριστήκατε τα θέματα αυτά, βρεθήκατε αντιμέτωπος με τα ίδια διλήμματα με τα οποία βρισκόμαστε και εμείς. Εμείς πήραμε την απόφαση να κάνουμε αυτή την κίνηση, γιατί δεν ανεχόμαστε άλλο πια αυτή την κατάσταση μόνιμης ακινησίας μιας χώρας η οποία επικαλείται και σωστά το Διεθνές Δίκαιο αλλά δεν έχει τίποτα έμπρακτο να αποδείξει ότι τελικά μπορεί να το χρησιμοποιεί προς όφελός της.
Ας κάνουμε λοιπόν, επιτέλους, μία τολμηρή κίνηση και η Εθνική Αντιπροσωπεία, τουλάχιστον τα τρία μεγαλύτερα κόμματα μαζί με την Αξιωματική Αντιπολίτευση -παρά τις επιμέρους επιφυλάξεις, τις οποίες τις άκουσα, τις κατέγραψα- να ψηφίσουμε «ναι» σε αυτή τη συμφωνία. Και επιτέλους να αφήσετε στην άκρη αυτή την παράλογη και μη εξηγήσιμη γραμμή. Το «παρών» είναι «απών». Δεν θέλω να θυμίσω στην αντιπροσωπεία τι λέγατε εσείς για άλλες περιπτώσεις που κατακεραυνώνατε όταν ήσασταν στην αντιπολίτευση άλλες επιλογές κομμάτων που ψήφιζαν «παρών».
Άρα εδώ υπάρχει μία επιτακτική ανάγκη να αναγνωρίσουμε το μεγάλο κεκτημένο αυτής της Συμφωνίας και πώς αλλάζει ουσιαστικά τους όρους του παιχνιδιού συνολικά στην Ανατολική Μεσόγειο. Σας καλώ ως ένας πολιτικός που χειριστήκατε αυτά τα θέματα έστω και τώρα να κάνετε αυτή την υπέρβαση και να ψηφίσετε υπέρ της συμφωνίας, όπως εξάλλου έκανε το ΚΙΝΑΛ.
Το ΚΙΝΑΛ είπε περίπου τα ίδια πράγματα με αυτά τα οποία είπατε εσείς. Άσκησε περίπου ταυτόσημη κριτική. Τολμώ να πω ότι σε ορισμένα σημεία η κριτική του ήταν και πιο έντονη από αυτά τα οποία είπατε εσείς, όμως κάνει το βήμα και λέει για να μην διαρρήξουμε το εθνικό μέτωπο να ψηφίσουμε υπέρ αυτής της συμφωνίας. Έχετε ακόμα λίγο χρόνο να το σκεφτείτε.
Δεν είναι η πρώτη φορά που το κάνετε. Θέλω να θυμίσω ότι ψηφίσατε «παρών» στη συμφωνία της αμυντικής συνεργασίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες, την οποία διαπραγματευτήκατε εσείς. Ήρθατε μετά ως αντιπολίτευση να ψηφίσετε «παρών». Ψηφίσατε «παρών» στους υδρογονάνθρακες ακυρώνοντας στην ουσία όλη την προετοιμασία την οποία είχατε κάνει πάλι εσάς. Αυτό δεν σας καθιστά υπεύθυνη αντιπολίτευση. Με αυτή τη συμπεριφορά δικαιούμαστε να σας χαρακτηρίσουμε ως μια αντιπολίτευση περιορισμένης εθνικής ευθύνης. Έχετε λίγο χρόνο ακόμα να επαναξιολογήσετε τη συμπεριφορά σας και τη στάση σας.
Έρχομαι τώρα στο ζήτημα της επέκτασης της αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12 μίλια. Εδώ τα πράγματα γίνονται πιο ενδιαφέροντα και καλό είναι σε αυτή την αίθουσα να θυμόμαστε την πλήρη ιστορία και το τι ακριβώς συνέβη με το ζήτημα αυτό.
Η εξαγγελία αυτή έγινε, παραδόξως, από τον απερχόμενο Υπουργό Εξωτερικών, τον κύριο Κοτζιά, όταν παρέδιδε στον κύριο Κατρούγκαλο. Σας αιφνιδίασε. Στη συνέχεια σπεύσατε υπογείως να πείτε ότι αυτό το οποίο εννοούσε ο κύριος Κοτζιάς δεν έπρεπε να το πει ακριβώς έτσι όπως το είπε, γιατί αναφέρθηκε σε Προεδρικό Διάταγμα και όχι σε νόμο. Η αλήθεια όμως παραμένει, κύριοι της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Είχατε τη δυνατότητα να το κάνετε, δεν το κάνατε. Φαντάζομαι ότι ούτε εδώ προφτάσατε 4,5 χρόνια να το κάνετε και ερχόμαστε εμείς και το κάνουμε. Ελπίζω τουλάχιστον σε αυτό να έρθετε και όταν έρθει και ο σχετικός νόμος στη Βουλή να τον υπερψηφίσετε, διότι αυτό επιτάσσει συνολικά το εθνικό συμφέρον.
Έρχομαι τώρα σε ένα ζήτημα στο οποίο φοβάμαι ότι αδικείτε και τον εαυτό σας με τη φρασεολογία την οποία χρησιμοποιήσατε, αλλά αδικείτε και όλους εκείνους οι οποίοι εβδομάδες τώρα ξενύχτησαν για να υπηρετήσουν τα εθνικά συμφέροντα και να ακολουθήσουν τις γραμμές της συντεταγμένης πολιτείας.
Όταν έρχεστε και μιλάτε για «οπερέτα», αυτό τον όρο χρησιμοποιήσατε, «οπερέτα», δεν προσβάλλετε την Κυβέρνηση. Προσβάλλετε τις Ένοπλες Δυνάμεις. Προσβάλλετε τον καπετάνιο του «Λήμνος», προσβάλλετε τους καπετάνιους των υποβρυχίων μας, προσβάλλετε όλους όσους αυτή τη στιγμή βρέθηκαν σε μία εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία να κάνουν ακριβώς αυτό το οποίο είχαν εντολές να κάνουν και να προστατεύουν με τον μέγιστο δυνατό τρόπο που επιτρέπει το Διεθνές Δίκαιο -και το γνωρίζετε πάρα πολύ καλά αυτό- τα κυριαρχικά μας δικαιώματα.
Θα σας συνιστούσα, λοιπόν, σε αυτές τις περιπτώσεις να είστε λίγο πιο προσεκτικός στους χαρακτηρισμούς, διότι κινδυνεύετε για ακόμα μία φορά να παρερμηνευτείτε.
Ακούω μία κριτική από την αντιπολίτευση σύσσωμη ότι η χώρα δεν έχει στρατηγική στα θέματα εξωτερικής πολιτικής. Κοιτάξτε, δυσκολεύομαι αυτή την κριτική να την αντιληφθώ, πόσω μάλλον όταν είναι μία εξωτερική πολιτική η οποία παράγει συγκεκριμένα αποτελέσματα. Οι συμφωνίες αυτές είναι συγκεκριμένα αποτελέσματα τα οποία ερχόμαστε σήμερα να ψηφίσουμε. Η απόφαση για την επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης είναι μία συγκεκριμένη απόφαση την οποία καλούμαστε να πάρουμε.
Εσείς αναφέρεστε συνέχεια στο ένα και μοναδικό, όπως το θεωρείτε εσείς, κεκτημένο της δικής σας διακυβέρνησης, που είναι η Συμφωνία των Πρεσπών. Χρησιμοποιήσατε μάλιστα μία ενδιαφέρουσα ορολογία, ότι είναι ρηχά τα νερά των Πρεσπών και βαθιά τα νερά του Αιγαίου. Πράγματι, είναι ρηχά τα νερά των Πρεσπών και βαθιά τα νερά του Αιγαίου, και να συγκρίνετε τις Πρέσπες με τα ζητήματα τα οποία αντιμετωπίζουμε με την Τουρκία είναι παντελώς ανυπόστατο.
Συνιστούν εθνική απειλή για τη χώρα μας οι βόρειοι γείτονες μας; Τι πράγματα είναι αυτά, κύριε Τσίπρα; Πώς συγκρίνετε τόσο ανόμοια πράγματα; Και πώς επιτρέπετε στον εαυτό σας μία τέτοια φραστική διολίσθηση;
Η στρατηγική μας από την πρώτη στιγμή ήταν πάρα πολύ σαφής και τον ενδιαφέρον είναι ότι πίσω από τα λόγια και πίσω από τις κορώνες -αυτό ισχύει και για την κυρία Γεννηματά- πίσω από τους αντιπολιτευόμενους τόνους που σε ένα βαθμό τους κατανοώ, στα πλαίσια του πολιτικού διαλόγου, δεν υπάρχει ουσιαστική διαφορά. Ερχόμαστε και λέμε τα ίδια πράγματα: η χώρα χρειάζεται ισχυρές συμμαχίες για να παρουσιάσει την Τουρκία για αυτό το οποίο είναι, μία διαφορετική Τουρκία από αυτή την οποία γνωρίζαμε, μία χώρα η οποία είναι ταραξίας στην Ανατολική Μεσόγειο. Τα συμφέροντα της Ευρώπης θα πρέπει να θίγονται από τις κινήσεις της Τουρκίας, άρα το ζήτημα δεν είναι μόνο διμερές, τα συμφέροντα του Αραβικού κόσμου πρέπει να θίγονται από τις κινήσεις της Τουρκίας, τα συμφέροντα των Ηνωμένων Πολιτειών πρέπει να θίγονται.
Έγινε μία αναφορά στις Ηνωμένες Πολιτείες, φαντάζομαι ότι αναφερθήκατε μόνο στο ζήτημα της στάσης στη Λιβύη, διότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν τηρήσει, τουλάχιστον σε επίπεδο State Department, μία στάση πρωτοφανώς για τα δεδομένα του State Department, υποστηρικτική για τα ελληνικά δεδομένα ως προς τις δημόσιες τοποθετήσεις.
Αυτή τη στιγμή λοιπόν, δεν μπορεί να μη βλέπει κάποιος ότι η Ελλάδα είναι με τους πολλούς, είναι με τη συμμαχία του Διεθνούς Δικαίου, είναι με τις χώρες εκείνες οι οποίες εκφράζουν τον ίδιο αξιακό κώδικα με εμάς. Και η Τουρκία είναι απομονωμένη, εξ ου και εκπέμπει όλη αυτή τη νευρικότητα. Και, εν πάση περιπτώσει, για να απαντήσω και στον κύριο Βαρουφάκη, ο οποίος θεωρεί ότι περίπου κάνουμε το χατίρι της Τουρκίας υπογράφοντας αυτή τη συμφωνία, τότε γιατί αυτός ο θυμός; Γιατί αυτή η νευρικότητα, γιατί αυτές οι ακραίες ρητορικές εκφράσεις από τον Τούρκο Πρόεδρο;
Η αλήθεια είναι άλλη. Η αλήθεια είναι ότι η Συμφωνία την οποία υπογράψαμε με την Αίγυπτο καταρρίπτει, μια και καλή, το αφήγημα της «γαλάζιας πατρίδας», διότι αποδεικνύει στην πράξη ότι τα νησιά έχουν υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. Γι’ αυτό ενοχλείται η Τουρκία.
Άρα, πρώτο σκέλος της στρατηγικής μας, οι ισχυρές διεθνείς συμμαχίες. Δεύτερο σκέλος, η ενίσχυση της αποτρεπτικής δύναμης των Ενόπλων Δυνάμεων. Αναφέρθηκε σε αυτό η κυρία Γεννηματά, δεν έχει άδικο, της έχω πει εξάλλου και στο παρελθόν, τα γνωρίζει τα θέματα, τα έχει χειριστεί. Κάνουμε πολύ σημαντικές κινήσεις ως Κυβέρνηση για να διορθώσουμε το μαύρο χάλι στο οποίο, δυστυχώς, είχαν βρεθεί οι αμυντικές μας βιομηχανίες. Και προχωράμε με γρήγορες κινήσεις και σε συμπράξεις και με ιδιωτικοποιήσεις εκεί που χρειάζεται για να μπορέσουμε να ενισχύσουμε συνολικά και την εγχώρια αμυντική μας βιομηχανία. Και ναι, όπου χρειάζεται να κάνουμε τις στοχευμένες εκείνες επενδύσεις που δυστυχώς η γεωπολιτική μας θέση επιβάλει, αν αυτό σημαίνει κάποιες μικρές παραπάνω θυσίες από τον ελληνικό λαό να συμφωνήσουμε όλοι μαζί ότι αυτές τις θυσίες πρέπει να τις αναλάβουμε για να μπορέσουμε επιτέλους να θωρακίσουμε τις ένοπλες δυνάμεις μας. Να μπορέσουμε να προσλάβουμε προσωπικό, να μπορέσουμε να δώσουμε τη δυνατότητα στους πιλότους μας να υποστηρίζονται τα αεροπλάνα τα οποία πετάνε αυτή τη στιγμή με τεράστια προσπάθεια και δυστυχώς πολύ συχνά σε μια κατάσταση που δεν είχαν υπογραφεί ακόμα όλες οι συμφωνίες για τη μελλοντική τους υποστήριξη.
Άρα δεύτερος άξονας: ισχυρή αποτρεπτική δυνατότητα των Ενόπλων Δυνάμεων. Και τρίτος άξονας ως προς τις συζητήσεις μας με την Τουρκία: δεν έχω ακούσει κάτι διαφορετικό από κανέναν τουλάχιστον από τα δύο κόμματα, την Αξιωματική Αντιπολίτευση και από το ΚΙΝΑΛ. Άκουσα διαφορετικές απόψεις από τους υπόλοιπους πολιτικούς αρχηγούς. Ερχόμαστε και λέμε είμαστε διατεθειμένοι να συζητήσουμε με την Τουρκία και να ξαναπιάσουμε το νήμα των διερευνητικών από εκεί που σταμάτησαν το 2016, άρα για το ένα και μοναδικό ζήτημα το οποίο μας απασχολεί, το οποίο είναι ο καθορισμός θαλασσίων ζωνών στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο.
Και ναι, αν δεν μπορέσουμε να συμφωνήσουμε, να καταλήξουμε σε ένα συνυποσχετικό και να πάμε στη Χάγη. Αυτό είναι μια θέση η οποία εκφράζει σήμερα την πλειοψηφία των πολιτικών δυνάμεων. Μπορεί να είναι μια θέση η οποία ακόμα στη κοινή γνώμη να μην φαντάζει τόσο εύπεπτη αλλά εγώ πήρα το θάρρος, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι βουλευτές, να μιλήσω για αυτό παρότι ξέρω ότι μερικές φορές αυτή η θέση μπορεί να ερεθίζει ορισμένους οι οποίοι είναι εξοικειωμένοι σε άλλες θεωρήσεις, πιο μαξιμαλιστικές. Αλλά υπάρχει συμφωνία. Υπάρχει εθνική γραμμή στο ζήτημα αυτό. Μην παρουσιάζουμε εδώ πέρα σε αυτή την αίθουσα την κατάσταση διαφορετική από ό,τι είναι, μόνο και μόνο για να μπορέσουμε να κερδίσουμε κάποιους αντιπολιτευτικούς πόντους.
Τέλος, βρήκα ενδιαφέρουσα την αναφορά στον Ελευθέριο Βενιζέλο. Καλό είναι όλοι μας να διαβάζουμε περισσότερη Ιστορία και ίσως και η δική μου σχέση με τον Ελευθέριο Βενιζέλο, η οποία δεν είναι απλά σχέση συντοπίτη αλλά είναι και συγγενική σχέση, να μου επιτρέπει και να μου δίνει το δικαίωμα να τον βλέπω πιο κριτικά. Και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι δυστυχώς μια από τις αρνητικές παρακαταθήκες που συνοδεύει και θα συνοδεύει πάντα τον Ελευθέριο Βενιζέλο ήταν και ο εθνικός διχασμός και ο ρόλος τον οποίο και αυτός έπαιξε στο να διχαστεί η χώρα με ένα τρόπο πρωτόγνωρο και να μην μπορέσουμε να γεφυρώσουμε αυτές τις πληγές για πολλές, πολλές δεκαετίες. Δεν έχουμε το περιθώριο, όχι να φτάσουμε σε νέο εθνικό διχασμό, αλλά δεν έχουμε το περιθώριο σήμερα να μην υπάρχει η παραμικρή υποψία για την εθνική ενότητα, όχι μόνο στον λαό αλλά και στις πολιτικές δυνάμεις.
Ουδέποτε αρνήθηκα την καλοπροαίρετη κριτική, ούτε θεωρώ ότι το κοινοβούλιο μπορεί και πρέπει να είναι ηχώ των κυβερνητικών εδράνων. Αλλά ας έχουμε μία αίσθηση της κρισιμότητας της συγκυρίας των μεγάλων στιγμών και το πώς όλοι αναμετριόμαστε σήμερα με την προσωπική μας ευθύνη, αλλά αναμετριόμαστε και με την Ιστορία.
Σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία όπου η χώρα κάνει ένα τολμηρό βήμα, ένα άλμα στο μέλλον, τουλάχιστον σε σχέση με το πώς αντιλαμβανόταν την εξωτερική της πολιτική όλα αυτά τα χρόνια, πιστεύω ότι είναι χρέος και καθήκον όσο το δυνατόν περισσότερων κομμάτων να ψηφίσουν σήμερα τις δύο συμφωνίες, όχι μόνο τη μία, που φέρνουμε προς κύρωση στο Εθνικό Κοινοβούλιο.
Κλείνω με μία αναφορά την οποία βρήκα ενδιαφέρουσα. Δεν μπόρεσα να παρακολουθήσω τον ειρμό της σκέψης του κυρίου Βαρουφάκη, αλλά συγκράτησα μία αναφορά, την οποία επανέλαβε και πάρα πολλές φορές. Θυμάμαι, κύριε Βαρουφάκη, ότι όταν πήγαινα σχολείο στα τετράδιά μας υπήρχε ένα μικρό ρητό στα αγγλικά που έλεγε: «Συγγνώμη, που έκανα αυτό το γράμμα πολύ μακρύ, δεν είχα το χρόνο να το κάνω μικρότερο». Μερικές φορές δεν χρειάζεται να λέτε 10 φορές τα ίδια πράγματα. Μπορείτε να λέτε τα ίδια πράγματα σε λιγότερο χρόνο. Κατάλαβα όμως ότι αυτό το οποίο εσείς υπερασπίζεστε είναι την ανάγκη μίας πολυμερούς διαπραγμάτευσης. Αυτή είναι μία ενδιαφέρουσα ιδέα, αλλά η πολυμερής διαπραγμάτευση σκοντάφτει πάνω σε ένα μεγάλο πρόβλημα. Και το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι πολύ απλά η Τουρκία δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία ως κρατική οντότητα η οποία μπορεί να συμμετέχει σε αυτό το σχήμα. Δεν κάνατε καμία αναφορά στην Κύπρο, καμία αναφορά στην Κύπρο στο συλλογισμό σας.
Βεβαίως λοιπόν, θα ήταν ευχής έργον να μπορούμε να καθίσουμε όλοι σε ένα τραπέζι και να κάνουμε αυτή τη συζήτηση. Το ερώτημα όμως δεν πρέπει να απευθύνεται σε εμάς, πρέπει να απευθύνεται στην Τουρκία και στον ίδιο τον Πρόεδρο Ερντογάν, ο οποίος και αυτός εν τη ρύμη του λόγου του και μέσα στα πολλά τα οποία έχει πει, έχει αναφερθεί στη δυνατότητα όλων των χωρών να συζητήσουν. Είναι διατεθειμένος να συζητήσει με τον Πρόεδρο Αναστασιάδη ως το μοναδικό εκπρόσωπο της Κυπριακής Δημοκρατίας, Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, της μόνης κρατικής οντότητας που αναγνωρίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση, για να μπορέσουμε να κάνουμε μία τέτοια συζήτηση; Εάν πει το ναι, τότε ενδεχομένως η πρόταση σας να έχει πραγματικά μεγάλο ενδιαφέρον.
Σας ευχαριστώ.