Απάντηση του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βουλή στην επίκαιρη ερώτηση που είχε καταθέσει ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης Αλέξης Τσίπρας για την πανδημία, στο πλαίσιο της «Ώρας του Πρωθυπουργού»

Ευχαριστώ κύριε Πρόεδρε. Μιας και η σημερινή συζήτησή αφορά την υγεία επιτρέψτε μου και από αυτό το βήμα να μεταφέρω εκ μέρους της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Νέας Δημοκρατίας στην Φώφη Γεννηματά τις ειλικρινείς μας ευχές. Περαστικά, γρήγορα να βρεθεί ξανά μαζί μας.

Η κα Γεννηματά έδωσε και δίνει με πάρα πολύ μεγάλη αξιοπρέπεια τον μεγαλύτερο αγώνα και επειδή μερικές φορές αυτές οι ανθρώπινες δοκιμασίες θα πρέπει να μας ευαισθητοποιούν περισσότερο, καλό είναι να έχουμε υπόψη μας ότι σε τέτοιες στιγμές, όπου εκ των πραγμάτων τέτοιες περιπέτειες μεγάλες μονοπωλούν και δικαιολογημένα τη δημοσιότητα, ότι είναι ίσως μία ευκαιρία, κ. Τσίπρα, να δείξουμε περισσότερα αντανακλαστικά καταλλαγής, αλληλοσεβασμού και να μπορούμε, επιτέλους, να είμαστε αντίπαλοι χωρίς να είμαστε εχθροί.

Χωρίς να προσωποποιούμε όλες τις πολιτικές μας αντιπαραθέσεις και χωρίς να θεωρούμε -γιατί αυτό κάνετε ουσιαστικά- ότι οτιδήποτε στραβό γίνεται σε αυτή τη χώρα υπάρχει προσωπική ευθύνη δική μου, του Πρωθυπουργού δηλαδή.

Έρχομαι τώρα στο αντικείμενο της σημερινής σας ερώτησης, ξεκινώντας από μία επιβεβλημένη απάντηση στην τοποθέτηση την οποία κάνατε ότι δήθεν η κυβέρνηση έχει σφυρίξει τη λήξη του πολέμου κατά της πανδημίας.

Πού το είδατε γραμμένο αυτό; Από πού προκύπτει αυτό το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγετε όταν η κυβέρνηση εξακολουθεί με πάρα πολύ μεγάλη συστηματικότητα να προτάσσει την αντιμετώπιση της πανδημίας ως τη μεγάλη υγειονομική πρόκληση την οποία πρέπει να διαχειριστούμε σήμερα. Όταν εξακολουθούμε και δίνουμε καθημερινά τη μάχη για να πείσουμε τους συμπολίτες μας ότι πρέπει να εμβολιαστούν και να αυξήσουμε τα ποσοστά εμβολιασμού μας. Όταν εξακολουθώ -εγώ προσωπικά- να κάνω τρεις συσκέψεις τουλάχιστον την εβδομάδα με το υγειονομικό επιτελείο, μελετώντας πολύ αναλυτικά όλα τα δεδομένα της πανδημίας. Και καταλήγοντας ανά πάσα στιγμή στις επιβεβλημένες μας αντιδράσεις απέναντι σε ένα φαινόμενο το οποίο ακόμα δεν έχουμε μπορέσει να το ξεπεράσουμε. Το ίδιο, εξάλλου, ισχύει σε όλες τις χώρες του κόσμου.

Έρχομαι, λοιπόν, σήμερα εδώ στη Βουλή για να μπορέσω να δώσω μια σειρά από απαντήσεις, να παρουσιάσω την αληθινή εικόνα της κατάστασης στους πολίτες. Γιατί, πράγματι, ο επίλογος του κορονοϊού μπορεί να γράφεται με μεγαλύτερες ή μικρότερες δυσκολίες στη χώρα μας, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι ισχύουν τα ψέματα τα οποία επικαλείται ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε δυστυχώς η παραπληροφόρηση η οποία διατρέχει το σύνολο της πολιτικής σας.

Γι’ αυτό και είμαι εδώ σήμερα, να μιλήσουμε και να απαντήσουμε παραθέτοντας τα πραγματικά δεδομένα. Τα πραγματικά δεδομένα, ξέρετε κ. Τσίπρα, δεν αφορούν μόνο τη φωτογραφία της στιγμής, αλλά τη συνολική αντιμετώπιση της πανδημίας από την πρώτη στιγμή που αυτή χτύπησε τη χώρα μας.

Επαναλαμβάνω λοιπόν, επειδή επιλέγετε πάντα να παρουσιάζετε την όντως άσχημη εικόνα της χώρας στο επίπεδο των θανάτων του τελευταίου μήνα ως ενδεικτική του τρόπου με τον οποίο αντιμετωπίσαμε την πανδημία όλους αυτούς τους 18 μήνες. Αυτά είναι τα πραγματικά και αδιάσειστα στοιχεία, κ. Τσίπρα. Αφορούν τη μακάβρια στατιστική των θανάτων.

Πρώτον. Τα στοιχεία λένε όμως ότι από την πρώτη στιγμή που χτύπησε η πανδημία την Ευρωπαϊκή Ένωση η Ελλάδα βρίσκεται σε πολύ καλύτερη θέση από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο με 1.484 θανάτους ανά εκατομμύριο πληθυσμού όταν χώρες όπως η Ιταλία έχουν 2.180, χώρες όπως το Βέλγιο έχουν 2.209 και χειρότερες χώρες, πρωταγωνιστές, όπως η Βουλγαρία και η Ουγγαρία, έχουν ξεπεράσει τους 3.000 θανάτους ανά εκατομμύριο.

Φαντάζομαι ότι δεν αμφισβητείτε, κ. Τσίπρα, αυτή τη στατιστική η οποία -όπως σας είπα- αποτυπώνει τη συνολική αντιμετώπιση της πανδημίας από τον Μάρτιο του 2020. Την καταθέτω στα πρακτικά. Και είναι πάρα πολύ -όχι άδικο- είναι λάθος μεθοδολογικό, όπως θα σας πουν και οι ειδικοί, να απομονώνετε τι συμβαίνει στη χώρα για κάποιες εβδομάδες και να μην μπορείτε να βλέπετε τη μεγάλη εικόνα.

Δεύτερη παρατήρηση. Αναφερθήκατε, εσφαλμένα κατά την άποψή μου, στο γεγονός ότι η χώρα παρουσιάζει υπερβάλλουσα θνητότητα και λόγω Covid, αλλά υπερβάλλουσα θνητότητα και αν εξαιρέσει κανείς τους θανάτους από τον Covid. Πρώτον, δεν παρουσιάζουμε καμία υπερβάλλουσα θνητότητα λόγω Covid. Ρωτήστε τους επιστήμονες. Και έχω εδώ μάλιστα -γιατί έχω την υποχρέωση και εγώ να ενημερώνομαι επιστημονικά- μια πολύ εμπεριστατωμένη ανάλυση των στοιχείων του λεγόμενου case fatality rate -φαντάζομαι σας έχουν ενημερώσει οι ειδικοί σας ποιος είναι αυτός ο δείκτης- που δείχνουν ότι η Ελλάδα είναι απολύτως εναρμονισμένη με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο ως προς το ποσοστό των συμπολιτών μας οι οποίοι αρρωσταίνουν με Covid και τελικά, δυστυχώς, καταλήγουν.

Και βέβαια τα στοιχεία τα οποία παρουσιάσετε για δήθεν υπερβάλλουσα θνησιμότητα στη χώρα το 2020, θα ήθελα παρακαλώ πάρα πολύ να μας τα καταθέσετε στα πρακτικά. Διότι εξ όσων γνωρίζω δεν υπάρχει κανένα απολύτως στοιχείο -γιατί ρώτησα και εγώ τους ειδικούς οι οποίοι μας συμβουλεύουν- που να καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η χώρα είχε συνολική υπερβάλλουσα θνησιμότητα, αν εξαιρέσει κανείς τον Covid, το 2020.

Παρακαλώ, λοιπόν, κ. Τσίπρα, να καταθέσετε -μην ανοίγετε τα χέρια σας δήθεν αγανακτισμένο- σας ζητώ πολύ ευγενικά να καταθέσετε στα πρακτικά τα σχετικά στοιχεία. Και με πολύ μεγάλη χαρά θα θέσω στη διάθεση του δικού σας επιστημονικού επιτελείου τους δικούς μας επιστήμονες για να μπορέσουμε να συγκρίνουμε τα στοιχεία, να καταλάβουμε τελικά ποιος έχει δίκιο και ποιος έχει άδικο.

Τρίτον, όπως δηλώνουν όλα τα νοσοκομεία της χώρας, όσοι νοσούν βαριά, δυστυχώς διασωληνώνονται, πολλοί από αυτούς καταλήγουν, είναι σχεδόν στο σύνολό τους ανεμβολίαστοι. Από 88 έως 90% των… Όχι, είπατε κάτι άλλο, αφήσατε να εννοηθεί εν τη ρύμη του λόγου σας ότι το ποσοστό του 12%, που είναι οι εμβολιασμένοι οι οποίοι διασωληνώνονται, αποδεικνύουν ουσιαστικά ότι το εμβόλιο δεν είναι η μόνη απάντηση στην πανδημία. Κάνετε λάθος, κ. Τσίπρα, κάνετε λάθος. Για ακόμα μία φορά διαστρεβλώνετε τα πραγματικά στατιστικά δεδομένα.

Η πραγματικότητα, λοιπόν, για την οποία δεν επιτρέπεται σε αυτή την αίθουσα να υπάρχει οποιαδήποτε αμφιβολία είναι ότι η μόνη απάντηση που έχουμε αυτή τη στιγμή απέναντι στη μάστιγα του κορονοϊού είναι το εμβόλιο. Αυτό αποδεικνύεται αφενός από το γεγονός ότι 9 στους 10 διασωληνωμένους είναι ανεμβολίαστοι.

Και αποδεικνύεται επίσης -τέταρτον- από όλα τα ιατρικά δεδομένα τα οποία μας λένε ότι οι ανεμβολίαστοι συμπολίτες μας διατρέχουν -προσέξτε- από 13 έως 20 φορές περισσότερες πιθανότητες, ανάλογα με την ηλικία τους πάντα, να νοσήσουν βαριά σε σύγκριση με τους εμβολιασμένους.

Πέμπτο στοιχείο. Τα εμβόλια έχουν αποδειχθεί εξαιρετικά ασφαλή. Έχουν γίνει παραπάνω από 6,6 δισεκατομμύρια δόσεις σε ολόκληρο τον κόσμο. Εμφανίζουν λιγότερες παρενέργειες ακόμα και από πολύ απλά φάρμακα τα οποία συχνά μπορεί να παίρνουμε για τον απλό πονοκέφαλο. Αντίθετα, οι βλαβερές συνέπειες του Covid ακόμα και μετά τη νόσηση, συνοδεύουν δυστυχώς τον ασθενή για πολλά χρόνια ακόμα.

Και έκτο σημαντικό στατιστικό στοιχείο: ο εμβολιασμός ανακουφίζει συνολικά το σύστημα υγείας. Κάνατε μία σύγκριση μεταξύ του πρώτου, του δεύτερου και του τρίτου κύματος. Και φαντάζομαι ότι και εσείς γνωρίζετε καλά ότι με τα ποσοστά εμβολιασμού τα οποία έχει η χώρα -θα έρθω στη συνέχεια στο πως μπορούμε να βελτιώσουμε την απόδοσή μας- σε σχέση με αυτό το οποίο συνέβαινε στο 2ο ή στο 3ο κύμα- έχουμε σημαντικά λιγότερες νοσηλείες με αντίστοιχο συχνά αριθμό κρουσμάτων.

Έχουμε περίπου το 72% των ενηλίκων οι οποίοι έχουν εμβολιαστεί έστω και με μία δόση. Έχουμε 1.900 νοσηλείες και έχουμε 360-370 περίπου διασωληνώσεις. Κάτι που σημαίνει, κ. Τσίπρα, ότι έχουμε σήμερα τη δυνατότητα πια πράγματι να μπορούμε να αντιμετωπίζουμε ταυτόχρονα την πανδημία Covid και τις υπόλοιπες ασθένειες που το Εθνικό Σύστημα Υγείας πρέπει να αντιμετωπίσει. Όσο για τη δημόσια υγεία, νομίζω ότι αρκεί να ακουστεί μία πρόσφατη εκτίμηση των επιστημόνων: αν οι ενήλικες άνω των 60 ετών είχαν εμβολιαστεί στο 95% αντί του 80% που δυστυχώς είναι σήμερα, τότε οι διασωληνωμένοι σήμερα αντί για 360 θα ήταν λίγο παραπάνω από 50.

Αλλά δυστυχώς το ίδιο ισχύει, η πιθανότητα δηλαδή να νοσήσει κανείς σοβαρά, και για συμπολίτες μας μικρότερης ηλικίας. Αναφέρθηκε σε αυτό το ζήτημα με έντονα στοιχεία προσωπικά η κα Μίνα Γκάγκα. Χάσαμε τρεις συμπολίτες μας ανεμβολίαστους 28, 30 και 39 ετών τις τελευταίες δύο εβδομάδες. Τι άλλο, λοιπόν, αναρωτιέμαι πρέπει να πούμε για να πείσουμε τους συμπολίτες μας ότι το εμβόλιο είναι ασφαλές και επιβεβλημένο για να προστατεύσουν την υγεία τους, αλλά και την υγεία όσων αγαπούν. Η ίδια η ζωή δείχνει πια ξεκάθαρα ποιοι και πού κινδυνεύουν.

Και όπως είπε με απόλυτη σαφήνεια και ο καθηγητής κ. Τσιόδρας, όσο πιο πολλοί είναι οι εμβολιασμένοι σε μία περιοχή, τόσο λιγότερες είναι οι νοσηλείες και οι απώλειες. Το βλέπουμε, εξάλλου, στον ίδιο τον τόπο μας. Η Βόρειος Ελλάδα -και είναι πρόβλημα αυτό- έχει σχετικά χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού. Για αυτό έχει και τους περισσότερους αρρώστους και τους περισσότερους θανάτους. Στα νησιά δεν παρατηρείται το ίδιο πρόβλημα. Εμβολιάστηκαν πολύ πιο γρήγορα, με αυξημένα ποσοστά. Λιγότερες νοσηλείες, λιγότεροι θάνατοι. Η Κρήτη, η οποία υστερούσε στην αρχή στα ποσοστά, κατάφερε και κάλυψε το χαμένο έδαφος.

Τα εμβόλια, λοιπόν, κυρίες και κύριοι και αγαπητοί μου συμπολίτες, αποδεδειγμένα σώζουν ζωές. Και χρέος όλων μας παραμένει να πείσουμε όσους διστάζουν να κάνουν αυτό το βήμα για το καλό τους και το καλό των γύρω τους.

Πολύ περισσότερο όταν η θέση της κυβέρνησης είναι δεδομένη: η οικονομία και η κοινωνία δεν θα ξανακλείσουν. Και το Σύστημα Υγείας δεν θα ξαναγίνει μονομέτωπο με αποκλειστική αναφορά στον Covid. Είναι μία θέση αρχής αυτή, την οποία θα ήθελα με πολύ σαφή τρόπο να μας πείτε στη δευτερολογία σας εάν την στηρίζετε ή εάν έχετε να προτείνετε κάτι διαφορετικό. Είναι και ένα ζήτημα δικαιοσύνης απέναντι στα 6,6 εκατομμύρια συμπολιτών μας οι οποίοι έσπευσαν να εμβολιαστούν και ανακτούν σήμερα τις ελευθερίες που δικαιούνται.

Βεβαίως και η πολιτεία θα εξακολουθεί να φροντίζει και τους πολύ λιγότερους οι οποίοι δεν έχουν εμβολιαστεί, διατηρώντας μέτρα προστασίας για αυτούς. Αυτή άλλωστε είναι και η αποστολή της πολιτείας, ασφάλεια, υγεία και ελευθερία για όλους.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, παντού στον πλανήτη η υγειονομική μάχη υπήρξε μία εθνική υπόθεση. Στις περισσότερες χώρες έγινε σημείο διακομματικής σύγκλισης. Δυστυχώς δεν μπορώ να πω το ίδιο για το τι έγινε αυτούς τους τελευταίους 20 μήνες στην πατρίδα μας. Η υγειονομική κρίση και τα επιλεκτικά δεδομένα έγιναν πολύ συχνά αντικείμενο φθηνής αντιπολίτευσης. Και, μάλιστα, με πράξεις που συχνά υπονόμευσαν τα μέτρα της πολιτείας, αλλά και με μία ρητορική η οποία δηλητηριάζει την κοινή γνώμη, σπέρνει σύγχυση και τελικά εμποδίζει την υπέρβαση της κρίσης.

Γιατί πιστεύω ότι η σημερινή «επίκαιρη ερώτηση» την οποία υπογράφει ο κ. Τσίπρας καταφέρνει μέσα στις 210 λέξεις της εισαγωγής της να τα χωρέσει όλα: αυθαίρετες συγκρίσεις, ψεύτικα συμπεράσματα και μίζερες καταγγελίες. Μόνο ένα δεν περιέχει και δεν το άκουσα και σήμερα στην ομιλία σας, κάποια σοβαρή τεκμηριωμένη πρόταση με ρεαλιστικές λύσεις.

Τι μας είπατε, κ. Τσίπρα, σήμερα;  Κάντε παραπάνω εμβολιασμούς και ενισχύστε το σύστημα υγείας.  Σοβαρά;  Σοβαρά, αυτό περιμένουμε σήμερα;  Αυτό περιμένουμε σήμερα ως κυβέρνηση από την αξιωματική αντιπολίτευση; Αυτή είναι η τεκμηριωμένη σας πρόταση; Δηλαδή πόσο πιο επιφανειακή μπορεί να είναι η προσέγγιση ενός κόμματος το οποίο κυβέρνησε τη χώρα για τέσσερα χρόνια;

Πάμε, λοιπόν, να ξαναδούμε λίγο πιο αναλυτικά τα πραγματικά δεδομένα. Ξεκινώ με τους εμβολιασμούς. Σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά στατιστικά δεδομένα, όπως σας είπα στη χώρα μας έχουν λάβει τουλάχιστον μία δόση λίγο παραπάνω από 6,5 εκατομμύρια συμπολίτες μας. Δηλαδή το 72% των ενηλίκων, έναντι του 80% του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Είναι ένα ποσοστό το οποίο και σήμερα, εάν συγκρίνει κανείς με τις προθέσεις των πολιτών όπως εκδηλώνονταν σε δημοσκοπήσεις το Δεκέμβριο του 2020, είναι υψηλότερο από αυτό το οποίο μας έλεγαν οι πολίτες τότε ότι θα πετυχαίναμε ως ποσοστό εμβολιασμού. Ασφαλώς και θα θέλαμε να είχαμε καλύτερα αποτελέσματα. Αλλά τι σημαίνουν αλήθεια αυτά τα δεδομένα και πώς μπορούμε να πετύχουμε στην κοινή εθνική προσπάθεια να πείσουμε ολοένα και περισσότερους συμπολίτες μας ότι πρέπει να σπεύσουν να εμβολιαστούν;

Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Είναι μια συνειδητή πολιτική αστοχία;  Είναι κοινωνική κόπωση; Είναι πολιτιστικές ή ενδεχομένως θρησκευτικές ιδιαιτερότητες; Σίγουρα είναι όλα αυτά, αλλά ταυτόχρονα είναι και η υπονόμευση ενός μετώπου κοινής λογικής που θα έπρεπε να είναι εξ αρχής αρραγές αλλά, δυστυχώς, ποτέ δεν διαμορφώθηκε.

Είμαι ανοιχτός να συζητήσω όλα τα παραπάνω. Επιτρέψτε μου, όμως, να υποστηρίξω ότι ποτέ δεν ίσχυσε το πρώτο και ότι αντίθετα ζει και βασιλεύει το τελευταίο. Η πολιτεία, ίσως με λάθη, αλλά πάντα με συνέπεια, επιτέλεσε το καθήκον της εδώ και δύο χρόνια. Εσείς, κυρίες και κύριοι της αξιωματικής αντιπολίτευσης, υπηρετήσατε πραγματικά το δικό σας;

Προσπερνώ την αρχική φάση της πανδημία, όταν πρώτοι πήραμε τη δύσκολη απόφαση να κλείσουμε τη χώρα, όταν στελέχη σας φώναζαν και επέμεναν να γίνει το καρναβάλι της Πάτρας. Ούτε επικαλούμαι τον υπερδιπλασιασμό των ΜΕΘ -550 μας παραδώσατε- σε χρόνο ρεκόρ. Και κάνω πως ξεχνώ πως κάθε φορά που άνοιγαν τα σχολεία εσείς ζητούσατε να κλείσουν και όταν έκλειναν τα σχολεία εσείς ζητούσατε να ανοίξουν.

Προσπερνώ επίσης, κ. Τσίπρα, την άγνοιά σας για το σύστημα ιχνηλάτησης και για τα τεστ που εφαρμόστηκαν, τα συνεχή μπρος-πίσω για το κρίσιμο ζήτημα του τουρισμού, τις διαδηλώσεις για τις οποίες αναλαμβάνατε την ευθύνη εν μέσω lockdown. Αλλά και την ένοχη σιωπή σας για το κυβερνητικό πρόγραμμα των 41 δισ. ευρώ που κράτησαν όρθιους τους εργαζόμενους, τις επιχειρήσεις και την κοινωνία.

Για την οικονομία της συζήτησης τα αφήνω πίσω όλα αυτά για να φτάσω στο κρίσιμο ζήτημα που είναι τα εμβόλια. Πάμε να δούμε λίγο ποια ήταν η στάση σας συνολικά απέναντι στο ζήτημα του εμβολιασμού και αν όντως ισχύει αυτό το οποίο λέτε ότι κάνατε εποικοδομητική αντιπολίτευση και ουδέποτε υπονομεύσατε την εμβολιαστική προσπάθεια. Για πάμε να τα δούμε, λοιπόν, με τη σειρά.

Στην αρχή μάς λέγατε ότι δεν υπάρχουν εμβόλια, έτσι δεν είναι; Μας λέγατε ότι δεν υπάρχουν εμβόλια το Νοέμβριο του περασμένου έτους. Μετά μας λέγατε ότι τα εμβόλια «ξεστοκάρονται», αφήνοντας υπονοούμενα ότι κάποια εμβόλια μπορεί να είναι πιο αποτελεσματικά από άλλα και οδηγώντας, ουσιαστικά, με αυτά τα οποία είπατε στην υπονόμευση ενός εκ των εμβολίων, διότι ήρθατε ουσιαστικά εσείς ως τέως Πρωθυπουργός και αρχηγός της αντιπολίτευσης να αφήσετε υπονοούμενο ότι κάποια εμβόλια είναι καλύτερα από άλλα.

Να αφήσω στην άκρη αυτά τα οποία λέγατε ότι μπορούν να αντικατασταθούν με εμβόλια Ρωσίας ή Κούβας και ότι εν πάση περιπτώσει υπάρχει κάποιο μαγικό φάρμακο, το οποίο προφανώς σας το υποδείκνυε ο κ. Πολάκης -δεν τον βλέπω τώρα στην αίθουσα, έσπευσε να αποχωρήσει- το οποίο εμείς για κάποιο λόγο που δεν μπορεί να καταλάβει κανείς δεν το δίνουμε στους πολίτες ενώ θα μπορούσε να τους σώσει. Θυμίζω ότι ένα από αυτά τα φάρμακα είναι ένα κτηνιατρικό φάρμακο, το οποίο ο κ. Πολάκης μας έλεγε «γιατί δεν το συνταγογραφείτε;» όταν το CDC στην Αμερική έβγαζε ανακοινώσεις, προς Θεού, το φάρμακο είναι για αγελάδες και μοσχάρια. Και εσείς μας λέγατε να το πάρουμε στην πατρίδα μας.

Αυτή είναι η πραγματικότητα για τον τρόπο με τον οποίον αντιμετωπίσατε συνολικά την πολιτική του εμβολιασμού και ναι, το γεγονός κ. Τσίπρα ότι ο Αναπληρωτής Υπουργός Υγείας, ο κ. Πολάκης, υπήρξε πρωτεργάτης του αντιεμβολιαστικού κινήματος. Από πού προκύπτει; Από όλες τις δηλώσεις του. Και εμβολιάστηκε μόνο με το ζόρι όταν διαπίστωσε ότι δεν θα μπορούσε να ασκεί τα καθήκοντά του ως γιατρός. Είναι η καλύτερη απόδειξη του γεγονότος ότι επί της ουσίας πατούσατε σε δύο βάρκες.

Κοιτάξτε να δείτε, το ελληνικό κράτος επιτέλεσε στο ακέραιο το καθήκον του δίνοντας γρήγορη πρόσβαση σε όλους τους πολίτες σε όποιο εμβόλιο αυτοί επιθυμούσαν να κάνουν. Το έπραξε με έναν τρόπο κατά τεκμήριο υποδειγματικό. Κανείς δεν νομίζω ότι μπορεί να αμφισβητήσει ότι η Επιχείρηση «Ελευθερία» ήταν κάτι πρωτόγνωρο για τα δεδομένα του ελληνικού κράτους. Και ως προς την ψηφιακή της διάσταση και ως προς το επίπεδο οργάνωσης και ως προς τη διαλειτουργικότητα η οποία επέτρεψε και έδωσε τη δυνατότητα στις Ένοπλες Δυνάμεις να συνεργαστούν με το Εθνικό Σύστημα Υγείας και να παρέχουν, με χαμόγελο και ασφάλεια, εμβόλιο σε όλους τους πολίτες σε κάθε γωνιά της χώρας.

Θέλω να θυμίσω ότι η Επιχείρηση «Ελευθερία» στην πατρίδα μας δεν ήταν μια απλή υπόθεση. Είχαμε να διαχειριστούμε σημαντικές ιδιαιτερότητες όπως τα νησιά μας, οι απομονωμένες περιοχές, ειδικοί πληθυσμοί για τους οποίους ξέραμε ότι είχαμε να αντιμετωπίσουμε μεγάλη δυσκολία επικοινωνίας για να αναδείξουμε τα οφέλη του εμβολιασμού. Κι όμως, όλα αυτά μπορέσαμε και τα πετύχαμε.

Κάνατε τη σύγκριση με την Πορτογαλία. Πράγματι, η Πορτογαλία είναι μοντέλο. Είναι μοντέλο στο οποίο όλες οι Ευρωπαϊκές χώρες θα πρέπει κάποια στιγμή να δουν τι έκαναν σωστά οι Πορτογάλοι και πώς μπορούμε να βελτιώσουμε τις επιδόσεις μας. Αλλά στην Πορτογαλία, επειδή έψαξα αναλυτικά το πλαίσιο του πολιτικού διαλόγου, δεν υπήρξε ποτέ η παραμικρή αμφισβήτηση της προσπάθειας εμβολιασμού, πόσω μάλλον από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Εσείς συνιστάτε μία ιδιαιτερότητα, κ. Τσίπρα. Διότι παντού οι αντιεμβολιαστικές φωνές ουσιαστικά προήλθαν από τα άκρα του πολιτικού φάσματος. Από την άκρα δεξιά πιο συχνά και ενίοτε από την άκρα αριστερά. Εσείς επιτρέψατε ουσιαστικά ή ανεχτήκατε, ενθαρρύνατε -δεν ξέρω αυτό θα μας το απαντήσετε εσείς- μέσα στο ίδιο σας το κόμμα να υπάρχει μία δημόσια διγλωσσία η οποία υπονόμευσε το αρραγές μέτωπο της προσπάθειας εμβολιασμού.

Και κάθε φορά που κάναμε μία προσπάθεια να αυξήσουμε τα ποσοστά εμβολιασμού είχατε και μία κριτική. Όταν επιλέξαμε το δύσκολο μέτρο του υποχρεωτικού εμβολιασμού των υγειονομικών και των εργαζόμενων στις μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων τι μας είπατε; Καλά κάνετε, αλλά να μην έχει και καμία επίπτωση η υποχρεωτικότητα. Ανακαλύψατε την προαιρετική υποχρεωτικότητα. Λες και μπορεί να υπάρχει κάποια υποχρεωτική παρέμβαση της πολιτείας χωρίς να υπάρχει κάποια συνέπεια για αυτόν ο οποίος δεν συμμορφώνεται.

Προσπαθώ να σκεφτώ πραγματικά αυτούς τους 20 μήνες αν υπήρχε κάτι το οποίο έκανε αυτή τη κυβέρνηση, κάτι, έστω ένα πράγμα το οποίο να έκανε στην αντιμετώπιση της πανδημίας, το οποίο να είπατε «ναι, αυτό είναι σωστό. Καλώς το κάνει η κυβέρνηση και το στηρίζουμε». Ένα πράγμα να μου πείτε, ένα πράγμα. Ούτε καν για την Επιχείρηση «Ελευθερία» δεν είχατε μια καλή κουβέντα να πείτε. Ούτε καν για το γεγονός ότι εμείς ήμασταν πρωτεργάτες του EU Digital Pass, το οποίο τελικά επέτρεψε στη χώρα να ανοίξει τον τουρισμό με τα θετικά αποτελέσματα. Ούτε για αυτό δεν βρήκατε μία θετική κουβέντα να πείτε.

Για το Freedom Pass, στο οποίο αναφερθήκατε. Το λοιδορήσατε, κ. Τσίπρα, από την πρώτη στιγμή. Είπατε «πάτε να εξαγοράσετε τους νέους». Το Freedom Pass είναι αυτό το οποίο αύξησε τα ποσοστά εμβολιασμού από το 15% στο 60%. Αποδεδειγμένα ήταν ένα αποτελεσματικό μέτρο. Κατά συνέπεια, για ποιο αρραγές μέτωπο μιλάμε όταν το κάθε «ναι» της κυβέρνησης ακολουθούσε ένα «όχι» της Αντιπολίτευσης;

Και κάτι τελευταίο, κ. Τσίπρα. Μας είχατε πει, αν θυμάμαι καλά, ότι θα κάνατε μία καμπάνια υπέρ του εμβολίου. Έτσι δεν είναι; Δεν το είχατε πει, ότι θα κάνετε καμπάνια, ως κόμμα, υπέρ του εμβολίου; Έχετε να μας δείξετε μήπως εδώ στη Βουλή κάποια δημιουργικά, κάποια αποτελέσματα αυτής της ωραίας καμπάνιας που θα κάνατε υπέρ του εμβολίου; Λόγια. Λόγια, λόγια, λόγια του αέρα. Μόνο και μόνο για να παρουσιάσετε ένα προφίλ δήθεν συναινετικό, όταν σε κάθε ευκαιρία υπονομεύατε τη μεγάλη εθνική προσπάθεια να αντιμετωπίσουμε αυτό το πρόβλημα.

Και, πράγματι, έχουμε ζητήματα ακόμα για τα οποία πρέπει να συζητήσουμε με θάρρος και με ειλικρίνεια σε αυτή την αίθουσα.  Περιοχές της χώρες όπου, δυστυχώς, έχουμε χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη. Τις έχω εδώ: Ευρυτανία, Κιλκίς, Δυτική Αττική, Πιερία, Δράμα, Φωκίδα, Ηλεία, Σέρρες, Πέλλα, Ξάνθη, Φλώρινα. Τον απόλυτο συσχετισμό των ποσοστών διασωληνώσεων με τα ποσοστά εμβολιασμού. Και ναι, δυστυχώς, η Βόρεια Ελλάδα είναι σήμερα πρωταγωνίστρια στους θανάτους και θα πρέπει να εντείνουμε την προσπάθεια επικοινωνίας σε όλα τα επίπεδα. Να επιστρατεύσουμε τις τοπικές κοινωνίες, τους Δημάρχους, τους τοπικούς Μητροπολίτες.  Να στείλουμε -και το έχουμε ήδη κάνει αυτό- συνεργεία εμβολιασμού στις Περιφερειακές Ενότητες που έχουν τη χαμηλότερη εμβολιαστική κάλυψη. Το κάναμε και αυτό. Δυστυχώς και εκεί τα αποτελέσματα δεν ήταν τα αναμενόμενα.

Αναφερθήκατε στην εμπλοκή της Πρωτοβάθμιας Υγείας. Και πράγματι, σε αυτό θα συμφωνήσω, ένας από τους λόγους που δυστυχώς δεν τα έχουμε καταφέρει τόσο καλά σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες στα ποσοστά εμβολιασμού έχει να κάνει και με το γεγονός ότι τα τελευταία 50 χρόνια η χώρα είχε ένα αδύναμο Πρωτοβάθμιο σύστημα υγείας. Όταν όμως δώσαμε κίνητρα στους ιδιώτες γιατρούς, 50 ευρώ ανά εμβολιασμό στο σπίτι και 20 ευρώ για εμβολιασμό στο ιατρείο, δυστυχώς μόλις 206 γιατροί ανταποκρίθηκαν. Και αυτό είναι κάτι το οποίο θα πρέπει να μας προβληματίσει.

Θα ήθελα, λοιπόν, τελειώνοντας, να διαβάσω μια ανάρτηση ενός γιατρού ο οποίος δίνει τη μάχη στα δημόσια νοσοκομεία μας και η οποία πιστεύω ότι απαντά με τον καλύτερο τρόπο στην προσπάθεια την οποία κάνατε και σήμερα πάλι πάνω στην πανδημία να κάνετε αντιπολίτευση. Αντί να είστε δημιουργικοί, χρήσιμοι και να προσέλθετε σε αυτή τη συζήτηση με ουσιαστικές προτάσεις.

Πριν τη διαβάσω θέλω να σας ρωτήσω ξανά: έχουμε χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, τι προτείνετε ακριβώς για να αυξήσουμε αυτά τα ποσοστά; Κάναμε μια καμπάνια επικοινωνίας, όπως έκαναν και όλες οι άλλες χώρες, με πολύ μεγαλύτερα ποσά σε σχέση με αυτά που έδωσε η Ελλάδα. Κάναμε καλά που κάναμε καμπάνια επικοινωνίας ή όχι;  Ρωτώ, κάναμε καλά;  Έπρεπε ή δεν έπρεπε να κάνουμε καμπάνια επικοινωνίας και ενημέρωσης;  Ήταν καλή η καμπάνια μας, ήταν άστοχη η καμπάνια μας; Εσείς αν ήσασταν κυβέρνηση, θα την κάνατε διαφορετικά την καμπάνια; Χρειάζεται εν τέλει ενημέρωση της κοινής γνώμης; Και σήμερα που μιλάμε χρειάζεται ακόμα πρόσθετη ενημέρωση της κοινής γνώμης για να πειστούν οι καχύποπτοι ότι πρέπει να εμβολιαστούν;

Απαντήστε λοιπόν ευθέως, κ. Τσίπρα, θα ανεβείτε στο βήμα μετά, σε αυτά τα συγκεκριμένα ερωτήματα. Τι διαφορετικό θα κάνατε αν εσείς βρισκόσασταν στη θέση στην οποία βρίσκομαι εγώ;

Κλείνω, λοιπόν, με αυτή την ανάρτηση η οποία νομίζω ότι τα λέει όλα. «Κάθεστε και συγκρίνετε νεκρούς ενώ τα κύματα είναι περιοδικά, χωρίς να λαμβάνετε υπόψη σας πως οι ΗΠΑ και η Αγγλία, με ισχυρότερα συστήματα υγείας, έχουν υψηλότερη θνητότητα από κάθε αναπτυγμένη χώρα. Εκεί τι; Είναι χειρότεροι; Έχουν περισσότερες ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις; Δεν έχουν προσωπικό; Δεν έχουν καλύτερη αναλογία κρεβατιών; Κοιτάξτε να εμβολιάσετε τους ηλικιωμένους συγγενείς σας και αφήστε τις δικαιολογίες για τις θνητότητες. Διαλέξαμε ως χώρα να μείνουμε ουραγοί στον εμβολιασμό, δικαιώνοντας τη βαλκανική μας καταγωγή και τώρα προσπαθούμε να πούμε τι; Πως δεν είμαστε αποτελεσματικοί»;

Ελάτε, λοιπόν, όλοι μαζί να διαψεύσουμε αυτές τις θεωρίες και να μην κατατάξουμε τη χώρα ως μία βαλκανική ιδιαιτερότητα. Επαναλαμβάνω, υπολειπόμαστε 5 ποσοστιαίες μονάδες του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Μπορούμε και σήμερα ακόμα να πείσουμε τουλάχιστον μισό με ένα εκατομμύριο συμπολίτες μας να κάνουν το βήμα και να εμβολιαστούν. Πρώτη προτεραιότητα είναι οι συμπολίτες μας άνω των 60, οι οποίοι και κινδυνεύουν περισσότερο, και δεύτερη προτεραιότητα είναι οι νέοι μας από τα 13 μέχρι τα 25, όπου ακόμα παρατηρούνται χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού.

Και τέλος, επειδή ισχυριστήκατε ότι η κυβέρνηση αυτή έχει σφυρίξει τη λήξη στη μάχη της πανδημίας και ότι τα μέσα μέσα μαζικής ενημέρωσης έχουν σταματήσει να μιλούν για την πανδημία, πότε είδατε δελτίο ειδήσεων για τελευταία φορά, κ. Τσίπρα; Εγώ δεν θυμάμαι -δεν τα παρακολουθώ συχνά- δεν υπάρχει μέρα όπου τα νούμερα των θανάτων να μην εμφανίζονται στα δελτία ειδήσεων, ούτε μία μέρα. Κάθε μέρα και -καλά κάνουν τα δελτία, γιατί αυτό προφανώς επιτάσσει η ενημέρωση και η ευαισθητοποίηση- αναφέρονται στον αριθμό των θανάτων, στα κρούσματα και στα ποσοστά των συμπολιτών μας οι οποίοι είναι διασωληνωμένοι. Κατά συνέπεια, από πού προκύπτει ότι δήθεν η κυβέρνηση έχει εξαγοράσει τα μέσα μαζικής ενημέρωσης για να μπορέσει να πετύχει τη σιωπή τους σχετικά με την αντιμετώπιση της πανδημίας.

Θα περίμενα λοιπόν, κ. Τσίπρα, και σήμερα από εσάς λίγη περισσότερη -δεν θα έλεγα σοβαρότητα- λίγη περισσότερη συγκρότηση και λίγη περισσότερη δημιουργική κατάθεση προτάσεων. Ώστε να μπορέσετε στην πράξη να διαψεύσετε και αυτούς οι οποίοι πιστεύω τεκμηριωμένα σας κατηγορούν ότι σε κάθε δυσκολία εσείς βλέπετε μία ευκαιρία. Εξάλλου μας το είπε πολύ καλά και η κα Αχτσιόγλου: για την αριστερά «η κανονικότητα δεν ήταν ποτέ ευκαιρία». Λυπάμαι που σας διαψεύδει η κανονικότητα και η Ελλάδα ξαναγίνεται μία κανονική χώρα.