Ομιλία του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βουλή, στην προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση για την αντιμετώπιση της ακρίβειας

Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι βουλευτές,

Συμφώνησα αμέσως με τη διεξαγωγή της σημερινής συζήτησης, καθώς το αντικείμενό της, το ζήτημα της ακρίβειας, είναι πράγματι το πρώτο πρόβλημα το οποίο απασχολεί σήμερα όλα τα ελληνικά νοικοκυριά. Θα έλεγα ότι είναι ο ελέφαντας στο δωμάτιο. Σε όλες τις μετρήσεις της κοινής γνώμης το πρόβλημα της ακρίβειας κυριαρχεί, αφήνοντας πολύ πίσω άλλα ζητήματα τα οποία μπορεί να άπτονται της καθημερινότητας.

Γι’ αυτό και η αναμέτρηση με το πρόβλημα της ακρίβειας αποτελεί γι’ αυτή την κυβέρνηση απόλυτη πολιτική προτεραιότητα και θεωρώ ότι η σημερινή συζήτηση ίσως καταφέρει να μας δώσει μία ευκαιρία να αντιπαρατεθούμε βάσει στοιχείων και αριθμών, έτσι ώστε οι πολίτες να μάθουν την αλήθεια, τη μακροοικονομική αλήθεια, η οποία μπορεί να είναι διαφορετική από αυτό το οποίο αισθάνονται οι ίδιοι.

Να αντιληφθούν τις ιδιαιτερότητες οι οποίες εκδηλώνονται στη χώρα μας, να πληροφορηθούν για τα αναχώματα τα οποία έχουμε υψώσει απέναντι στον πληθωρισμό και να μάθουν, βέβαια, και τις θέσεις όλων των κομμάτων για το σύνθετο αυτό πρόβλημα, πάντα στο πλαίσιο της συνολικής πορείας της εθνικής οικονομίας.

Πολύ περισσότερο όταν η εισβολή στην Ουκρανία, η ενεργειακή κρίση που την ακολούθησε, οι ανατιμήσεις στο ρεύμα, στο φυσικό αέριο, σφράγισαν εξ αρχής τη θητεία αυτής της κυβέρνησης.

Αρχικά -και θα επανέλθω σε αυτό σε μεγαλύτερη λεπτομέρεια- μπορέσαμε και αναχαιτίσαμε μέσα από μία, θα έλεγα, αρκετά τολμηρή πολιτική τις ανατιμήσεις στο ρεύμα. Σήμερα οι τιμές του ρεύματος έχουν επανέλθει ουσιαστικά στα προ κρίσης επίπεδα, με αποτέλεσμα να έχει μετριαστεί ουσιαστικά η κριτική την οποία μας ασκούσαν πολίτες αλλά και επιχειρήσεις για τις τιμές του ρεύματος.

Όμως, η αλήθεια είναι ότι το πρόβλημα επιμένει, ειδικά στον πληθωρισμό των τροφίμων. Μιλάμε, λοιπόν, για ένα δύσκολο στοίχημα, το οποίο για να κερδηθεί χρειάζεται και χρόνο και συστηματική προσπάθεια. Αλλά πριν από όλα χρειάζεται ρεαλισμό και γνώση της πραγματικότητας. Και κανείς σήμερα δεν αρνείται ότι από τη μια οι υψηλές τιμές στο σούπερ μάρκετ και από την άλλη τα υψηλά ενοίκια γι’ αυτούς τους συμπολίτες μας οι οποίοι αναγκάζονται να νοικιάσουν σπίτι, ροκανίζουν το μέσο εισόδημα.

Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο εδώ και πολλούς μήνες εφαρμόζουμε μια πολιτική με στοχευμένα μέτρα για την ανακούφιση των ευάλωτων αλλά και το χτύπημα της αισχροκέρδειας.

Κυρίως, όμως, γίνεται πράξη η μόνη ριζική και μόνιμη απάντηση στο επίμονο πρόβλημα των ανατιμήσεων. Και αυτή δεν μπορεί να είναι άλλη από τη στήριξη του διαθέσιμου εισοδήματος με μόνιμες αυξήσεις σε μισθούς, σε συντάξεις και σε εκείνα τα επιδόματα -επιμένω- τα οποία στοχεύουν στη στήριξη των πιο ευάλωτων συμπολιτών μας. Αυξήσεις οι οποίες προφανώς είναι μόνιμες και θα εξακολουθούν να υφίστανται και μετά το πέρασμα του πληθωρισμού.

Δεν είμαι εδώ για να εξωραΐσω καμία κατάσταση, αλλά θα είναι καλό, τουλάχιστον σε αυτή την αίθουσα, να συμφωνήσουμε ως προς τα βασικά στοιχεία της πορείας του πληθωρισμού τα τελευταία τρία χρόνια και τη σύγκρισή της με τα αντίστοιχα στοιχεία της ευρωζώνης. Αυτή είναι η εικόνα, κυρίες και κύριοι της αξιωματικής αντιπολίτευσης, του πληθωρισμού τα τελευταία τρία χρόνια.

Τι μας δείχνει αυτή η εικόνα; Ότι υπήρχε μια περίοδος το 2022 όπου ο πληθωρισμός στην Ελλάδα ήταν πράγματι υψηλότερος από το μέσο ευρωπαϊκό όρο. Ήταν η εποχή που είχαμε πολύ υψηλές τιμές, κυρίως στο ρεύμα και στο φυσικό αέριο. Ακολούθησε μία περίοδος όπου ο πληθωρισμός στην πατρίδα μας ήταν αισθητά χαμηλότερος από τον μέσο όρο της ευρωζώνης. Eίναι η εποχή όπου φάνηκε ότι είχαμε σημαντικά αποτελέσματα ως προς τη συγκράτηση των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος. Και ακολουθεί μια τρίτη φάση, όπου ο πληθωρισμός στην πατρίδα μας είναι λίγο υψηλότερος από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Φαντάζομαι ότι συμφωνούμε, κ. Ανδρουλάκη, κ. Φάμελλε, ότι αυτά τα στοιχεία είναι σωστά, γι’ αυτό και τα καταθέτω στα πρακτικά, γιατί έχει σημασία να συζητούμε επί πραγματικών δεδομένων.

Πάμε όμως τώρα να δούμε και τι γίνεται στα τρόφιμα. Γιατί, όπως είπα, εγώ δεν είμαι εδώ για να ωραιοποιήσω καμία απολύτως κατάσταση. Αυτή είναι η πορεία του πληθωρισμού των τροφίμων. Βλέπουμε μία αντίστροφη πορεία από αυτή του γενικού πληθωρισμού.

Τονίζω -και νομίζω ότι αυτό είναι κάτι στο οποίο πρέπει να επιμείνουμε- ότι ο πληθωρισμός των τροφίμων έχει βαρύτητα 22% στον γενικό πληθωρισμό. Άρα, όταν μιλάμε για τρόφιμα, μιλάμε για το 22% της δαπάνης του μέσου νοικοκυριού. Τι βλέπουμε εδώ; Ότι υπήρχε μια εποχή, στην αρχή της κρίσης, όπου ο πληθωρισμός των τροφίμων ήταν υψηλότερος από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Ακολούθησε μια εποχή όπου ήταν χαμηλότερος και πράγματι πάλι σήμερα έχουμε ένα πληθωρισμό τροφίμων επίμονο, ο οποίος είναι λίγο πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Να συμφωνήσουμε και σε αυτά τα στοιχεία. Θα εξηγήσω μετά γιατί συμβαίνει αυτό. Αλλά έχει μια σημασία, νομίζω, στην αρχή της συζήτησης να είμαστε σίγουρες και σίγουροι ότι μιλάμε βάσει πραγματικών δεδομένων. Καταθέτω, λοιπόν, και αυτόν τον πίνακα στα πρακτικά.

Και βέβαια δεν θα αναφερθώ στα στοιχεία της πενταετίας, όπου η Ελλάδα είχε χαμηλότερο μέσο όρο από την ευρωζώνη. Όχι, πήγα επίτηδες στα στοιχεία της τριετίας, γιατί η πενταετία έχει μέσα και όλη την περίοδο της πανδημίας και χρησιμοποιώ, όπως βλέπετε, τα στοιχεία τα οποία μπορεί να είναι τα πιο δύσκολα για την κυβέρνηση, για να μην με κατηγορείτε ότι ωραιοποιώ στατιστικά.

Τι λένε αυτοί οι πίνακες; Καταρχάς ότι το πρόβλημα της ακρίβειας έχει εθνικές ιδιαιτερότητες, αλλά ότι ταυτόχρονα είναι ένα πρόβλημα το οποίο δέχονται και τα υπόλοιπα 26 κράτη της Ευρώπης και τα υπόλοιπα 19 μέλη της ευρωζώνης. Δεν είναι, με άλλα λόγια, μόνο ένα ελληνικό πρόβλημα. Θα εξηγήσω στη συνέχεια την ελληνική διάσταση του προβλήματος και γιατί το πρόβλημα της ακρίβειας είναι πιο επώδυνο στην πατρίδα μας.

Αυτός, εξάλλου, ήταν και ο λόγος που, με επιστολή την οποία έστειλα στην Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ζήτησα μία ακόμα παρέμβαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Διότι οι κολοσσοί του εμπορίου -μιλάμε κυρίως για τις μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες, ευρωπαϊκές αλλά όχι μόνο- δεν μπορούν και δεν πρέπει να θέτουν γεωγραφικούς περιορισμούς ως προς τον ανεφοδιασμό του λιανεμπορίου ώστε να κρατούν ουσιαστικά ψηλά τις τιμές σε χώρες όπου μπορεί να έχουν υψηλά μερίδια αγοράς, ούτε και να τις μειώνουν εκεί που θέλουν, για να αποκτήσουν δεσπόζουσα θέση.

Για να το πω διαφορετικά, δεν γίνεται το ίδιο προϊόν να διατίθεται με τόσο μεγάλες διαφορές τιμής στο Παρίσι, στην Αθήνα, στο Άμστερνταμ ή στη Σόφια. Είναι μια κερδοσκοπική τακτική που δεν συνδέεται μόνο με τα μεταφορικά κόστη και γι’ αυτό και απαιτεί μία ευρωπαϊκή απάντηση. Κατακερματίζει στην πράξη την ενιαία αγορά. Τραυματίζει τον ελεύθερο ανταγωνισμό. Στερεί, επίσης, από μέρος ευρωπαίων καταναλωτών ένα βασικό κοινοτικό πλεονέκτημα: να έχουν πρόσβαση σε πολλές διαφορετικές επιλογές στις καλύτερες τιμές. Ενώ, παράλληλα, προφανώς τροφοδοτεί και τον γενικό πληθωρισμό.

Σε αυτές, λοιπόν, τις πρακτικές -πρακτικές πολλών ετών, δεκαετιών, θα έλεγα- η Ένωση οφείλει να αντιτάξει μία επικαιροποιημένη πολιτική αυστηρών κανόνων. Όπως είδατε, μόλις χθες η αρμόδια Ευρωπαία Αντιπρόεδρος για θέματα Ανταγωνισμού επέβαλε ένα πρόστιμο «μαμούθ» σε μια αμερικανική πολυεθνική εταιρεία, πρόστιμο το οποίο ξεπέρασε τα 300 εκατομμύρια ευρώ, ακριβώς για τέτοιες αθέμιτες πρακτικές. Και αυτό το οποίο ζητούμε εμείς είναι να ενισχυθεί ακόμα περισσότερο το ευρωπαϊκό οπλοστάσιο, έτσι ώστε να μπορούμε να αντιμετωπίζουμε τέτοιες πρακτικές πολύ πιο αποτελεσματικά και στο ευρωπαϊκό επίπεδο.

Δεν είναι κάτι το οποίο το ζητάει μόνο η Ελλάδα, το ζητούν τουλάχιστον άλλες επτά χώρες, οι οποίες είναι τα θύματα, θα έλεγα, αυτών των γεωγραφικών περιορισμών, με αποτέλεσμα τα ίδια προϊόντα να πωλούνται πιο ακριβά στις δικές τους αγορές.

Μας ρωτάτε, «γιατί τώρα η συγκεκριμένη πρωτοβουλία;». Γιατί τώρα αναδείχθηκε σε όλη του την ένταση το πρόβλημα και μάλιστα, όπως είπα, σε διαφορετικές χώρες: Ολλανδία, Ελλάδα, Τσεχία, Δανία. Άλλωστε, ας μην το κρύψουμε, και η ίδια η Ευρώπη αιφνιδιάστηκε αρχικά από την πρωτόγνωρη κρίση τιμών. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, στις προβλέψεις της, αν γυρίσουμε τον χρόνο πίσω τρία και τέσσερα χρόνια, ουδέποτε προέβλεπε τόσο υψηλό πληθωρισμό στην Ευρώπη.

Αντιδρούμε επίσης τώρα γιατί θεωρούμε ότι αυτός ο πληθωρισμός της απληστίας είναι μία έννοια η οποία έχει πραγματική βάση. Πρέπει να αντιμετωπιστεί ριζικά. Και ναι, αντιδρούμε τώρα γιατί τώρα έχουμε ευρωεκλογές. Άρα, πρέπει το συγκεκριμένο θέμα να καταγραφεί ως μία ευρωπαϊκή προτεραιότητα.

Είναι κάτι το οποίο δέχεται πια και στην επίσημη ανακοίνωσή της η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Όταν, μάλιστα, χαρακτηρίζει αυτή την πρόταση σημαντική για το ίδιο το μέλλον της Ευρώπης, τη συνδυάζει με δύο πολύ σημαντικές εκθέσεις, την έκθεση Letta για τη λειτουργία της ενιαίας αγοράς και την έκθεση Draghi για τον ανταγωνισμό. Η πρώτη έχει ήδη κατατεθεί, η δεύτερη θα κατατεθεί εντός των επόμενων μηνών.

Μάλιστα, η έκθεση Letta κάνει ρητή αναφορά στην ανάγκη η ενιαία αγορά να δουλεύει όχι μόνο προς όφελος των εταιρειών, αλλά και προς όφελος των καταναλωτών. Με άλλα λόγια, μία ελληνική εισήγηση τίθεται γι’ ακόμα μία φορά στο επίκεντρο των προβληματισμών των Βρυξελλών, σε μία μεταρρυθμιστική προσπάθεια η οποία αποκτά ήδη σοβαρούς συμμάχους.

Επιτρέψτε μου, όμως, σε αυτούς που μας λένε «γιατί τώρα;», να αντιστρέψω την ερώτηση: υπήρξε κάποιο κόμμα, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, που να εισηγήθηκε νωρίτερα μία ευρωπαϊκή ρύθμιση, την οποία εμείς προτείνουμε σήμερα; Ή, τελικά, πόσες πραγματικές εναλλακτικές προτάσεις έχουν διατυπωθεί, πέραν των έκτακτων μέτρων και των μόνιμων αυξήσεων τις οποίες ακούμε μέχρι σήμερα;

Γιατί αυτό το οποίο ακούω από την αντιπολίτευση είναι μία κριτική σκληρή, αλλά ακούω και πολλές ακοστολόγητες προτάσεις. Και πριν έρθω στην ανάγκη να διαλύσουμε πέντε μύθους που πιστεύω ότι σε έναν βαθμό κυριαρχούν στον δημόσιο διάλογο, θα ήθελα να σχολιάσω το γεγονός ότι μου κάνει πραγματικά εντύπωση ότι μία πρόταση η οποία έχει αντίκτυπο στην Ευρώπη, της ασκείται κριτική από την αριστερά.

Συγγνώμη, εσείς ως αριστερά δεν είστε το κόμμα που ήσασταν πάντα ιστορικά κατά των μονοπωλίων; Έρχεται, λοιπόν, η κυβέρνηση, κάνει μια πρόταση συγκεκριμένη και της ασκείτε κριτική, αντί να συνταχθείτε με την πρόταση αυτή, σε μία λογική η οποία φαντάζομαι ότι επί της αρχής δεν σας βρίσκει αντίθετους.

Πάμε, λοιπόν, τώρα να επιχειρήσουμε να διαλύσουμε τους πέντε μύθους που κυριαρχούν συχνά στη συζήτηση γύρω από τα θέματα της ακρίβειας.

Πρώτος μύθος: «η Ελλάδα είναι παγκόσμια πρωταθλήτρια στην ακρίβεια». Το λέτε αυτό, «είναι πρωταθλήτρια στην ακρίβεια». Νομίζω σας απέδειξα, με συγκεκριμένα στοιχεία, ότι η Ελλάδα δεν είναι πρωταθλήτρια στην ακρίβεια, ότι αντιμετωπίζει…

(ομιλία εκτός μικροφώνου από τα έδρανα της αντιπολίτευσης)

Λίγο πιο δυνατά αν θέλετε, δεν σας ακούω. Ναι, ακριβώς.

Λοιπόν, δεν είναι πρωταθλήτρια στην ακρίβεια και μία μόνο ματιά στον χάρτη αρκεί για να διαπιστώσει κανείς ότι έχουμε να κάνουμε με ένα φαινόμενο το οποίο το αντιμετωπίζουν όλες οι οικονομίες, η ευρωπαϊκή, η αμερικανική. Και, εξάλλου, ήταν ο βασικός λόγος που οδήγησε και τις κεντρικές τράπεζες -και στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες- να αυξήσουν με τον πιο απότομο ιστορικά τρόπο τα επιτόκια.

Αυτό έγινε διότι υπήρχε ένα παγκόσμιο πρόβλημα ακρίβειας μετά την πανδημία, το οποίο τροφοδοτήθηκε από δύο λόγους: αφενός από τη διαταραχή των εφοδιαστικών αλυσίδων, λιγότερη δηλαδή προσφορά προϊόντων, και αφετέρου από την ενίσχυση της ζήτησης ως αποτέλεσμα των εκατοντάδων δισεκατομμυρίων που έπεσαν στις ευρωπαϊκές οικονομίες για να στηρίξουμε την κοινωνία και την οικονομία μετά την πανδημία. Αυτός είναι ο γενεσιουργός λόγος για τον οποίο είχαμε αυτή την έξαρση της ακρίβειας.

Και, φυσικά, η ελληνική οικονομία δεν λειτουργεί σε κενό, δεν μένει ανεπηρέαστη και γι’ αυτό το να μιλάμε για «ακρίβεια Μητσοτάκη» νομίζω ότι είναι επιεικώς παραπλανητικό. Αλλά νομίζω ότι και εδώ, τελικά, σας διαψεύδει η ίδια η πραγματικότητα.

Και μιας και μιλήσαμε για τον πληθωρισμό των τροφίμων, έχει ενδιαφέρον μία ανάλυση η οποία έγινε πρόσφατα. Μας αφορά και εμάς ειδικά, θα έλεγα, κ. Ανδρουλάκη, διότι προερχόμαστε από την Κρήτη και παράγουμε πολύ ελαιόλαδο. Ο πληθωρισμός των τροφίμων στη χώρα μας έχει μια ιδιαιτερότητα και η ιδιαιτερότητα αυτή είναι ότι το ποσοστό του ελαιόλαδου είναι πολύ υψηλό στη συμμετοχή του πληθωρισμού. Χωρίς το ελαιόλαδο…

(ομιλία εκτός μικροφώνου από τα έδρανα της αντιπολίτευσης)

Ακούστε λίγο, καταλάβετε λίγο. Είναι σύνθετα θέματα αυτά, καταλαβαίνω, μερικές φορές δυσκολεύεστε να τα αντιληφθείτε, αλλά ακούστε και την άλλη άποψη επιτέλους. Αμέσως ειρωνεία, κα Τζάκρη. Λίγο πιο ήσυχα. Εν πάση περιπτώσει, εσείς είστε και πρωταθλήτρια, εσείς ειδικά έχετε ψηφίσει και όλα τα μνημόνια σε αυτή την αίθουσα. Δεν έχετε αφήσει και κανένα που δεν έχετε ψηφίσει
.
Λοιπόν, χωρίς τη συμμετοχή του ελαιόλαδου ο πληθωρισμός των τροφίμων θα ήταν στο 2,8%. Και το ελαιόλαδο, πράγματι, είναι ένα χρηματιστηριακό προϊόν. Οι αυξήσεις στην πατρίδα μας είναι αντίστοιχες με αυτές σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Δεν είναι φαντάζομαι κάτι το οποίο το αμφισβητείτε.

Επιμένω, όμως, και θα το ξαναπώ για ακόμα μια φορά: προσπαθώ να εξηγήσω ένα περίπλοκο φαινόμενο, χωρίς να ισχυριστώ ότι το φαινόμενο αυτό δεν είναι σημαντικό και δεν επηρεάζει άμεσα το μέσο νοικοκυριό.

Αυτό το οποίο φαντάζομαι ότι δεν μπορείτε να αμφισβητήσετε, είναι το γεγονός ότι η πολιτική μας για αυξήσεις μισθών και συντάξεων υλοποιείται με απόλυτη συνέπεια. Βασικός μισθός, πού τον παραλάβαμε; Στα 650 ευρώ. Είναι στα 830 ευρώ σήμερα και θα πάει στα 950 ευρώ. Είναι ένα ανάχωμα. Μπορεί να μην είναι αρκετό, αλλά είναι ένα σημαντικό ανάχωμα. Μέσος μισθός, πού τον παραλάβαμε; Κάτω από 1.100 ευρώ. Είναι στα 1.300 ευρώ και θα πάει στα 1.500 ευρώ στο τέλος της τετραετίας.

Πότε δώσαμε για πρώτη φορά αυξήσεις στους δημοσίους υπαλλήλους; Αυτή η κυβέρνηση και αυτό το οικονομικό επιτελείο έδωσε για πρώτη φορά αυξήσεις στους δημοσίους υπαλλήλους μετά από 14 χρόνια. Και βέβαια όλα αυτά, μαζί με ένα ρεκόρ επενδύσεων και μαζί με, ναι, μαζί με 450.000 νέες θέσεις εργασίες που δημιούργησε αυτή η κυβέρνηση, αυτά συγκροτούν ένα ανάχωμα.

Ναι, θα το ξαναπώ, μπορεί να ακούγονται μακρινά στον συνταξιούχο, στη νέα οικογένεια που πιέζεται πραγματικά στο παρόν, όμως οφείλουμε να επιχειρούμε και να εξηγούμε ότι στην αλυσίδα της οικονομίας η ακρίβεια είναι ένας μόνο κρίκος. Όσο αυξάνονται οι επενδύσεις, όσο η ανάπτυξη τρέχει με ρυθμό υπερδιπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου, όσο βελτιώνεται η παραγωγικότητα, τόσο μειώνονται τα κόστη, τόσο αυξάνεται η διαπραγματευτική δύναμη του εργαζόμενου, τόσο αυξάνονται οι μισθοί στον ιδιωτικό τομέα. Αυτή είναι η επιτυχία αυτής της οικονομικής πολιτικής. Και τελικά αυτό, ναι, δημιουργεί το πιο μόνιμο ανάχωμα απέναντι στο πρόβλημα της ακρίβειας.

Ο δεύτερος μύθος. Αυτός έχει και το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, ειδικά όταν η κριτική ασκείται από την αξιωματική αντιπολίτευση. Τι μας λέτε; «Έχουμε τιμές Σουηδίας», λέει, «και μισθούς Βουλγαρίας». Έτσι δεν είναι; Αυτό δεν μας λέτε; Ναι. Λοιπόν, ούτε η Σουηδία ούτε η Βουλγαρία πτώχευσαν, όπως η Ελλάδα. Παραγνωρίζετε το γεγονός ότι εδώ και μια δεκαετία ζήσαμε μια τεράστια περιπέτεια η οποία μας στέρησε σχεδόν το 30% του εθνικού μας προϊόντος, εκτίναξε την ανεργία στο 28%, έκλεισαν χιλιάδες επιχειρήσεις.

Αυτή, κοιτάξτε λίγο εδώ, είναι η ιστορία της ελληνικής οικονομίας. Μία οικονομία η οποία εκινείτο περίπου στον ευρωπαϊκό μέσο όρο και η οποία πέρασε μια δεκαετία πρωτοφανούς κρίσης. Και αυτή είναι η απόσταση που μας χωρίζει σήμερα από την Ευρώπη.

Και επειδή σπεύδετε, εσείς στον ΣΥΡΙΖΑ, να επιρρίψετε ευθύνες σε άλλους, να σας θυμίσω ότι μεταξύ του 2015 και του 2019, σε εξαιρετικές μακροοικονομικές συνθήκες, όταν στην Ευρώπη «έβρεχε λεφτά», κάποιοι κρατούσαν ομπρέλα και λόγω του τρίτου μνημονίου έφεραν την Ελλάδα στον χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης όλης της ευρωζώνης.

Και επειδή, μπορεί να στεναχωρήσω εδώ λίγο την κα Κωνσταντοπούλου, αλλά επειδή ο νέος αρχηγός θέλει, απ’ ό,τι καταλαβαίνω, να αναστήσει την πολιτική συμμαχία με τον κ. Βαρουφάκη και την κα Κωνσταντοπούλου, να του θυμίσουμε ακριβώς ποιοι ήταν οι πραγματικοί υπαίτιοι αυτής της μεγάλης οικονομικής καταστροφής. Και να τα ακούσει και ο ελληνικός λαός αυτά.

Δεν αρκεί, λοιπόν, να βλέπουμε μόνο πού είμαστε σήμερα και πού θέλουμε να πάμε αύριο, αλλά να βλέπουμε και από πού ξεκινήσαμε. Από μία αφετηρία η οποία δεν ήταν μόνο πολύ πίσω, αλλά συνοδεύτηκε εξ αρχής από αλλεπάλληλα εμπόδια, από μεταναστευτικές εισβολές στον Έβρο, προκλήσεις στο Αιγαίο, θεομηνίες.

Κι όμως, παρά τις δυσκολίες, ναι, η Ελλάδα πέτυχε σε όλη αυτή την περίοδο υπερδιπλάσιους ρυθμούς ανάπτυξης από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτή είναι η επιτυχία αυτής της οικονομικής πολιτικής και ελάτε να τη συγκρίνουμε με την απόδοση της οικονομίας επί δικών σας ημερών. Δεν είναι πολύ κολακευτική αυτή η σύγκριση.

Τα δηλωμένα εισοδήματα του 2023…

(ομιλία εκτός μικροφώνου από τα έδρανα της αντιπολίτευσης)

Θα με αναγκάσετε να σας απαντήσω με καρδούλα κι εγώ στο τέλος.

Λοιπόν, τα δηλωμένα εισοδήματα του 2023 είναι αυξημένα κατά 22%. Ο μέσος μισθός έχει αυξηθεί κατά 19%. Και σημασία, βέβαια, όπως είπα, δεν έχει μόνο η αποσπασματική καταγραφή της στιγμής, αλλά η συνολική πορεία των μισθών στη χώρα μας. Εδώ θα είμαστε και πάλι, καλά να είμαστε, το 2027, πριν από τις επόμενες βουλευτικές εκλογές, για να διαπιστώσουμε αν τελικά κάναμε πράξη τη δέσμευσή μας για μέσο μισθό 1.500 ευρώ και κατώτατο μισθό 950 ευρώ.

Δεν φτωχαίνουμε, λοιπόν. Αλλά έχουμε πολύ δρόμο να καλύψουμε. Και βέβαια, σε μία συζήτηση για τον πληθωρισμό δεν νομίζω ότι έχουν θέση πληθωριστικές υποσχέσεις. «Συντάξεις 4.000 ευρώ σε όλους». Σε όλους; Ή σε κάποιους μόνο; 4.000 ευρώ, ε; 13ος, 14ος μισθός, ανεδαφικά συνθήματα για ανεδαφικές φορολογήσεις, διατιμήσεις που δεν μπορούν να ισχύσουν σε μία ανοιχτή αγορά. Λοιπόν, ας το αντιληφθούμε επιτέλους ότι με τα ίδια προβλήματα παλεύουμε όλοι και μπορούμε μόνο να επιμείνουμε σε ρεαλιστικές λύσεις οι οποίες εφαρμόζονται στην πράξη.

Μας λέτε ότι «τα μέτρα της κυβέρνησης, εντάξει, κάτι κάνει η κυβέρνηση, αλλά είναι αποσπασματικά και αναποτελεσματικά». Κατανοώ ότι αυτή η κατηγορία μπορεί να γίνει και εύκολα πιστευτή. Ένα πρόβλημα σε έξαρση είναι σύνθετο για να δεχθεί απλοϊκές λύσεις. Όμως, τα αναχώματα της πολιτείας ήταν και συντονισμένα και είχαν και πολύ συγκεκριμένο αποτύπωμα.

Έχετε ξεχάσει λίγο, να τα θυμίσουμε, τον περασμένο χειμώνα, στήριξη των τιμών του ρεύματος. Πώς; Κάποιος πρέπει να ενημερώσει επιτέλους τον αρχηγό σας ότι φορολογήσαμε τα υπερκέρδη των εταιρειών ηλεκτρικής ενέργειας. Εμείς το κάναμε. Πείτε του το, μην επαναλαμβάνει, γιατί είναι σαν να διαφημίζει τις πολιτικές μας με αυτά τα οποία λέει.

Τα «Fuel Pass», το αυξημένο επίδομα θέρμανσης, το οποίο αυτή η κυβέρνηση έδωσε, τιθάσευσαν τις ανατιμήσεις στην ενέργεια και στα καύσιμα.

Μας λοιδορούσατε εδώ για τις παρεμβάσεις μας και τα χρωματιστά τιμολόγια. Ήταν μία ουσιαστική παρέμβαση στην αγορά, εξασφάλισε μεγαλύτερη διαφάνεια και συγκρισιμότητα των τιμών και το αποτέλεσμα σήμερα είναι πρακτικά κανείς να μην παραπονιέται για τους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος, γιατί πολύ απλά οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος έπεσαν στα προ κρίσης επίπεδα. Αυτή είναι η αλήθεια. Τώρα το έχετε γυρίσει στα τρόφιμα. Λοιπόν, η πραγματικότητα…

(ομιλία εκτός μικροφώνου από τα έδρανα της αντιπολίτευσης)

Δεν ξέρουμε, ε; Για φέρτε μας τον δικό σας λογαριασμό, λοιπόν, να δούμε πόσο πληρώνατε ρεύμα πριν από τρία χρόνια και πόσο πληρώνετε σήμερα. Λες και δεν το ξέρουν οι πολίτες.

Εμείς ήμασταν αυτοί που εξορθολογήσαμε τις τιμές στο βρεφικό γάλα και απαγορεύσαμε τις προσφορές σε προϊόντα τα οποία έχουν ανατιμηθεί. Όλες αυτές είναι σημαντικές παρεμβάσεις τις οποίες έκανε το Υπουργείο Ανάπτυξης. Εγκαινιάσαμε την εκστρατεία για τις μειωμένες τιμές 5% σε χιλιάδες προϊόντα καθημερινής χρήσης. Χρησιμοποιήσαμε και…

(ομιλία εκτός μικροφώνου από τα έδρανα της αντιπολίτευσης)

Γιατί τέτοια νευρικότητα; Γιατί τέτοια νευρικότητα, γιατί τέτοιο άγχος; Έχετε επιχειρήσει πολλές φορές αυτή την πρακτική, δεν πειράζει. Ξέρετε, εσείς δεν ακούγεστε, ακούγεται μόνο αυτός ο οποίος μιλάει στο μικρόφωνο. Επομένως τσάμπα διακόπτετε. Έχετε τη δυνατότητα μετά, όταν μιλήσει ο αρχηγός σας, να απαντήσετε και να πείτε αυτά τα οποία έχετε να πείτε.

Αυτά τα μέτρα, ναι, είχαν αποτελέσματα. Ο πληθωρισμός στα τρόφιμα έπεσε από το 8% στο 5%. Επαναλαμβάνω, είναι υψηλότερος από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και γι’ αυτό και θα επιμείνουμε να αγωνιζόμαστε να τον τιθασεύσουμε ακόμα περισσότερο. Δεν έχουμε τελειώσει με το πρόβλημα. Το πρόβλημα είναι εδώ, οι τιμές έχουν αυξηθεί σημαντικά πάνω από τα επίπεδα του 2022. Το ίδιο έχει συμβεί και με τους μισθούς. Γι’ αυτό και η έμφαση δεν πρέπει να δίνεται μόνο στην αποκλιμάκωση του πληθωρισμού αλλά και στη μείωση των τιμών, εκεί που πραγματικά μπορούμε να την πετύχουμε.

Και βέβαια, ας έρθουμε λίγο στην επιχειρηματολογία της αντιπολίτευσης για τον μειωμένο ή μηδενικό ΦΠΑ. Επιμένετε να υποστηρίζετε ότι αυτό είναι το αντίδοτο στην ακρίβεια, έτσι δεν είναι; Να μειώσουμε ή να μηδενίσουμε τον ΦΠΑ σε όλα τα βασικά προϊόντα. Αυτό, καταρχάς, το μέτρο δοκιμάστηκε. Δοκιμάστηκε σε άλλες χώρες, όπως η Ισπανία. Δεν πέτυχε. Για δείτε τις τιμές στην Ισπανία σήμερα και συγκρίνετε με τις τιμές στην Ελλάδα.

Αλλά, πόσο στοιχίζει αυτό το μέτρο; Τέσσερα δισεκατομμύρια μόνο τον πρώτο χρόνο, 2,4 δισεκατομμύρια για κάθε επόμενο χρόνο, 2% του ΑΕΠ.

Όλα τα μέτρα μαζί τα οποία έχετε εξαγγείλει στοιχίζουν αισίως στην τετραετία 45,8 δισεκατομμύρια. Και επειδή κάποια στιγμή έχει έρθει η ώρα να τελειώσει αυτό το παραμύθι, από τη στιγμή που καταθέσατε πρόταση νόμου στο κοινοβούλιο, αυτή η πρόταση νόμου πρέπει να κοστολογηθεί από το Γενικό Λογιστήριο. Η κοστολόγηση, λοιπόν, της πρότασής σας είναι εδώ. Την καταθέτω στα πρακτικά. Εάν διαφωνείτε με αυτή την κοστολόγηση να πάτε την κοστολόγηση στο Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής να σας την επιβεβαιώσει, 45 δισεκατομμύρια ευρώ την τετραετία στοιχίζουν αυτά τα οποία τάζετε.

Όχι πρόγραμμα Θεσσαλονίκης είναι αυτό, δεν έχετε μάθει τίποτα από τα λάθη σας. Πάρτε την, λοιπόν. Εδώ, κ. Φάμελλε, πάρτε την, διανείμετέ την, αν θέλετε, και στους συναδέλφους της αξιωματικής αντιπολίτευσης, για να καταλάβουμε ακριβώς ότι αυτά τα οποία εισηγείστε συνεπάγονται μία μόνο λέξη: χρεοκοπία. Και αυτή τη φορά χρεοκοπία χωρίς επιστροφή.

Είναι, λοιπόν, η ώρα να ξεφύγουμε από τον λαϊκίστικο κύκλο του ψέματος τον οποίο τόσο ακριβά έχουμε πληρώσει. Το πάθημα πρέπει να γίνει μάθημα. Και όταν ο τόπος αντιμετωπίζει μια δυσκολία, όπως είναι η κρίση της ακρίβειας, οι πολιτικές δυνάμεις έχουν χρέος να μην καταφεύγουν σε εύκολα συνθήματα τα οποία χαϊδεύουν αυτιά αλλά τελικά φυλακίζουν μυαλά.

Πολύ περισσότερο όταν βρεθήκατε στην ίδια θέση κάποια στιγμή, ως κυβέρνηση, το 2018 αν θυμάμαι καλά. Και τι έλεγε τότε ο αρχηγός σας, ο κ. Τσίπρας; Να σας θυμίσω, κ. Φάμελλε; Να σας τα θυμίσω; Ή να μην το θυμίσω;

Πάρτε το στα πρακτικά να θυμάστε τι έλεγε από αυτή ακριβώς τη θέση ο κ. Τσίπρας, ότι «οι μειώσεις στο ΦΠΑ δεν θα περάσουν ποτέ στους καταναλωτές και είναι αναποτελεσματικές». Τσίπρας, ΣΥΡΙΖΑ, με καρέκλα. ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς καρέκλα. Πάρτε τα για να τα θυμηθείτε.

Σε κάθε περίπτωση, η πρόταση μας εκφράζεται μέσα από την κυβερνητική μας πολιτική. Η δική σας πρόταση εκφράζεται μέσα από αυτά τα οποία έχετε τάξει και τα οποία έχουν κοστολογηθεί από το Γενικό Λογιστήριο. Επαναλαμβάνω, εάν τα αμφισβητείτε, πηγαίνετε αυτή την κοστολόγηση στο Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής. Και ελάτε πείτε μας το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής τι λέει. Έχει δίκιο το Γενικό Λογιστήριο όταν κοστολογεί τα μέτρα σας 45 δισεκατομμύρια ή όχι;

Μπορούμε, επιτέλους, να συμφωνήσουμε σε αυτή τη χώρα ότι δεν μπορούμε να τάζουμε ανέξοδα λαγούς με πετραχήλια χωρίς να παίρνετε καμία απάντηση. Κοροϊδεύετε ψιλό γαζί τον ελληνικό λαό, ακόμα μια φορά. Και επειδή άκουσα και τον αρχηγό σας να μιλάει για «φρέσκο αέρα» που φέρνει στην πολιτική, μακάρι, αλλά φοβάμαι ότι ο αέρας αυτός τον οποίο φέρνει μέχρι σήμερα είναι μάλλον κοπανιστός.

Τέλος, η δημαγωγία αυτή περιλαμβάνει και έναν τελευταίο μύθο, ο οποίος πλαισιώνει τον προηγούμενο. Είναι μία αντίληψη η οποία διακατέχει και την υπό συζήτηση πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ, διεκδικώντας υποτίθεται χαρακτηριστικά ιδεολογικά. Και δεν είναι άλλη από τη θέση ότι «αυτή η κυβέρνηση κάνει πλάτες στα συμφέροντα, τα οποία επωφελούνται», λέει, «από την ακρίβεια». Ή ότι «η ακρίβεια» -πώς το είπε ο κ. Ανδρουλάκης;- «τροφοδοτεί», λέει, «τον Προϋπολογισμό». Τότε ποιος μείωσε, αν εμείς κάνουμε πλάτες στα συμφέροντα και όχι στην κοινωνία, ποιος μείωσε 50 φόρους, τους αφαίρεσε από τις πλάτες των πολιτών, και βελτίωσε μισθούς και συντάξεις ύστερα από τόσα χρόνια;

Ποιος διαθέτει, μόνο φέτος, 7 δισεκατομμύρια για κοινωνικές παροχές, έχοντας φορολογήσει και εισπράξει εκατοντάδες εκατομμύρια από τους παραγωγούς ηλεκτρικού ρεύματος; Ποιος φορολόγησε τα διυλιστήρια για τα υπερκέρδη τους το 2022; Ποιος αύξησε -εμείς, που «νοιαζόμαστε μόνο για τα συμφέροντα»- το αφορολόγητο στις οικογένειες με παιδιά και το επίδομα μητρότητας, επεκτείνοντας παράλληλα τις γονικές άδειες σε όλες τις γυναίκες; Τώρα που μιλάμε, ποιος διευκολύνει τους νέους με το «Youth Pass»; Ποιος έχει διπλασιάσει το σπουδαστικό στεγαστικό επίδομα; Ποιος έχει προσφέρει πρώτη κατοικία σε χιλιάδες νέους με το πρόγραμμα «Σπίτι μου»;

Θα μπορούσαμε να μιλάμε πολύ ώρα για τις παρεμβάσεις της κυβέρνησης στα ζητήματα της στήριξης ολόκληρης της ελληνικής κοινωνίας. Εξάλλου, η συγκυρία των ευρωεκλογών είναι και κατάλληλη για να μπορούμε να κάνουμε αυτή τη σύγκριση.

Αλλά είναι πραγματικά οξύμωρο τη μάχη κατά αθέμιτων πρακτικών πολυεθνικών κολοσσών να τη δίνει η κεντροδεξιά παράταξη και εσείς ουσιαστικά να μας ασκείτε κριτική γιατί τα βάζουμε με τις πολυεθνικές.

Και βέβαια, αν καταλαβαίνω καλά, μία από τις προτάσεις σας είναι να μειωθεί, να μηδενιστεί ο ΦΠΑ για λίγο, έτσι δεν είναι; Αυτό δεν μας λέτε; Για λίγο. Α, για λίγο. Και μετά τι θα γίνει;

(ομιλία εκτός μικροφώνου από τα έδρανα της αντιπολίτευσης)

Α, προσωρινό; Για πόσο; Α, θα βάλετε πλαφόν στα κέρδη. Τι ωραία που τα λέτε. Τι απλά που είναι τα πράγματα. Ναι, και δοκιμάστηκαν αυτές οι πολιτικές και σε άλλες χώρες.

Λοιπόν, βγείτε επιτέλους από τον φαντασιακό σας κόσμο, σταματήστε να τάζετε πράγματα τα οποία δεν γίνονται και σταματήστε, επίσης, να λέτε ανερυθρίαστα ψέματα και για τις συγκρίσεις των τιμών. Γιατί άκουσα τον αρχηγό σας να μας λέει πόσο κάνει η φέτα, ότι η φέτα, λέει, στην Ελλάδα είναι ακριβότερη.

(ομιλία εκτός μικροφώνου από τα έδρανα της αντιπολίτευσης)

Για το λάδι; Θα έρθω και στο λάδι. Λοιπόν, η φέτα στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία: 6,28 στην Ελλάδα, 8,98 στο Ηνωμένο Βασίλειο, 8,68 στην Ισπανία, 10,63 στην Πορτογαλία.

Και μιας και μιλήσαμε λίγο και για το λάδι, πείτε στον αρχηγό σας την επόμενη φορά που θα κάνει σποτάκι, να συγκρίνει τουλάχιστον παρεμφερή προϊόντα, όχι κανονικό λάδι με βιολογικό και σε διαφορετικές συσκευασίες. Διότι μπορεί μεν επιτυχημένος επιχειρηματίας να είναι, αλλά για λαδέμπορας δεν κάνει.

Κυρίες και κύριοι βουλευτές, η σημερινή συζήτηση είναι η τελευταία η οποία διεξάγεται πριν από τις κρίσιμες ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου. Δεν θα επεκταθώ σε υπόλοιπα ζητήματα πολιτικής, εφόσον αναφερθούν τα κόμματα της αντιπολίτευσης θα απαντήσω σε αυτά στη δευτερολογία μου.

Θα ήθελα απλά να επισημάνω, τελειώνοντας, ότι τα στοιχήματα της νέας ευρωπαϊκής πενταετίας συνδέονται άρρηκτα και με τις δικές μας εθνικές προτεραιότητες. Μιλώ για το άμεσο ζήτημα του πληθωρισμού και τις ρυθμίσεις των αθέμιτων πρακτικών από τις πολυεθνικές εταιρείες.

Μιλώ, επίσης, για μια νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική, η οποία πρέπει να γίνει πιο ευέλικτη για όλους τους αγρότες μας, με την κυβέρνησή μας να έχει ήδη ετοιμάσει 11 σχετικές προτάσεις. Μιλώ για την ενίσχυση των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, προκειμένου να γίνουν πιο ανταγωνιστικές. Το μεταναστευτικό, το οποίο απαιτεί και αυτό μία πιο συντονισμένη πορεία.

Όπως, επίσης, βέβαια, και το μεγάλο κοινό ζητούμενο μίας ενιαίας ευρωπαϊκής αμυντικής πολιτικής. Ένα εγχείρημα το οποίο θα μπορούσε να χρηματοδοτηθεί από ένα νέο ταμείο, αμυντικό, απαλλάσσοντας τα κράτη-μέλη από μέρος των αμυντικών τους δαπανών.

Έστειλα χθες στην Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μαζί με τον Πολωνό Πρωθυπουργό, τον κ. Tusk, μία πρόταση για τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού συστήματος αεράμυνας που θα καλύπτει τις αμυντικές ανάγκες ολόκληρης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τέτοιες δράσεις μπορούν να χρηματοδοτηθούν την επόμενη μέρα από ένα κοινό ευρωπαϊκό ταμείο.

Τα αναφέρω μόνο, καταλήγοντας, διότι μου κάνει πάρα πολύ εντύπωση το γεγονός ότι ενώ έχουμε ευρωεκλογές σε δύο εβδομάδες από τώρα, τα κόμματα της αντιπολίτευσης -και πρωτίστως η αξιωματική αντιπολίτευση, θα κάνω μια εξαίρεση εδώ, για να είμαι δίκαιος, για το ΠΑΣΟΚ- δεν έχουν πει κουβέντα, μα κουβέντα για την Ευρώπη της επόμενης μέρας.

Επιλέγετε να μετατρέψετε αυτές τις ευρωεκλογές σε ένα δημοψήφισμα κατά της κυβέρνησης. Το αν θα πετύχει ή όχι, θα το δούμε σε δύο εβδομάδες από τώρα. Όμως, το γεγονός ότι το μέλλον της Ευρώπης και οι μεγάλες ευρωπαϊκές προκλήσεις απουσιάζουν τελείως από τον πολιτικό σας λόγο, σίγουρα δεν σας καθιστά μια δύναμη αξιόπιστη να διεκδικήσει την επόμενη μέρα στην Ευρώπη αυτά τα οποία αξίζουν οι Έλληνες πολίτες.

Η παράταξή μας έχει μια μακρά ευρωπαϊκή ιστορία. Αυτή η παράταξη έβαλε την Ελλάδα στην Ευρώπη, πριν από 45 χρόνια, όταν συντονισμένα οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης τότε φώναζαν «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο», για να έρθουν, ευτυχώς, στη συνέχεια να αναγνωρίσουν την ορθότητα αυτής της επιλογής.

Το να είναι η Ελλάδα ισχυρή στην Ευρώπη την επόμενη μέρα, κυρίες και κύριοι, έχει μεγάλη σημασία, για κάθε Ελληνίδα και για κάθε Έλληνα. Και γι’ αυτό και το βάρος της ψήφου της 9ης Ιουνίου θα είναι μεγάλο. Και οι πολίτες ξέρουν επίσης πόσο σημαντική είναι η σταθερότητα στον τόπο ώστε αυτός να μπορεί να παραμείνει σε τροχιά ανάπτυξης, μακριά από πειραματισμούς της αδράνειας και της αποχής, μακριά από αψήφιστα δήθεν μηνύματα διαμαρτυρίας, τα οποία μπορεί να ανοίξουν κερκόπορτες σε νέες περιπέτειες. Ο λαός μας είναι σίγουρα συναισθηματικός, είναι όμως ταυτόχρονα σοφός. Κρίνει και διακρίνει.

Και, πιστέψτε με, όλοι μας στην παράταξή μας γνωρίζουμε την Ελλάδα, γνωρίζουμε από πρώτο χέρι τις δυσκολίες. Γνωρίζουμε την αγωνία του νοικοκυριού, ειδικά των ασθενέστερων νοικοκυριών, να μην εξαντληθεί ο μισθός και η σύνταξη πριν το τέλος του μήνα. Γνωρίζουμε τον πόθο να μην λείψει από κανένα παιδί το εφόδιο της δωρεάν παιδείας, το καταφύγιο της σωστής περίθαλψης για όλους. Και μαζί, η σκέψη η πατρίδα να μείνει θωρακισμένη και οι γειτονιές της ασφαλείς. Όλα αυτά είναι οι προτεραιότητες μας. Και ακριβώς γι’ αυτό πιστεύω ότι οι Ελληνίδες και οι Έλληνες έχουν και μνήμη και γνώση, συγκρίνουν, ζυγίζουν, αποφασίζουν και μετά ψηφίζουν. Αν σήμερα, λοιπόν, σας απάντησα εγώ, σε δύο εβδομάδες θα σας απαντήσουν εκείνοι.

Σας ευχαριστώ πολύ.